Τετάρτη 14 Σεπτεμβρίου 2016

Συνέντευξη του Δημήτρη Πολύτιμου - Του Γιάννη Αλεξίου







ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΗ ΜΕ ΤΟ ΔΗΜΗΤΡΗ ΠΟΛΥΤΙΜΟ

Ο μακροβιότερος ενεργός Έλληνας ρόκερ θυμάται τις καλύτερες στιγμές της ζωής του με αφορμή το live του γκρουπ του Drifting Around στο Vinyl Is Back !



 Του ΓΙΑΝΝΗ ΑΛΕΞΙΟΥ                                                                                         

 Φυσιογνωμία στο rocknroll. Μισό αιώνα και βάλε…on the road ! Στην τελευταία σκηνή της ταινίας «Τα Κουρέλια Τραγουδάνε Ακόμη» κλείνει την πόρτα και πέφτουν τα γράμματα. Στην ίδια του τη ζωή η πόρτα αυτή παραμένει ανοιχτή για τον βετεράνο πιανίστα Δημήτρη Πολύτιμο, από τους πρώτους που πειραματίστηκαν με την τζαζ στην Ελλάδα. Ιδρυτής του απόλυτα ροκ συγκροτήματος της δεκαετία του ’60, τους M.G.C., αρχικά που σημαίνουν Modern Greek Combo, ονομασία που έδωσε στο γκρουπ ο Ντίνος Ηλιόπουλος ! Άφησαν τρία 45άρια με σπάνιες σήμερα ηχογραφήσεις. Ο Πολύτιμος έβγαλε τον Δημήτρη Πουλικάκο στο τραγούδι και από τότε είναι αχώριστοι φίλοι και συνεργάτες, πάντα στο ίδιο γκρουπ. Και το πέρασμα του από τον Εξαδάκτυλο, έγραψε στο δίσκο «Ζωντανοί στο Κύτταρο», παρών στην αφρόκρεμα των Ελλήνων μουσικών στην συνεύρεση στο «Crazy Love στου Ζωγράφου», αλλά και στο «Μεταφοραί Εκδρομαί ο Μήτσος» του Πουλικάκου  και στις ηχογραφήσεις του Παύλου Σιδηρόπουλου «Φλου», με την Σπυριδούλα και «Zorba the Freak», το κύκνειο άσμα του. Το πέρασμα του από τους Socrates τα τρία χρόνια στο Κύτταρο (1979-82), έχει τη δική του ιστορία, όπως και η εμφάνισή του με τους M.G.C. τον Απρίλιο του ’67 στην συναυλία των Rolling Stones στην Αθήνα, όπως και η φιλοξενία του Έρικ Κλάπτον, αλλά και η συνεύρεσή τους την εποχή που βρέθηκε στην Ελλάδα ως Άντζελο Μυστεριόζο, λόγω προβλημάτων με την εταιρία του και διάθεση ανωνυμίας.
Χαμηλό είναι και το προφίλ του Δημήτρη Πολύτιμου, που δεν το βάζει κάτω και συνεχίζει να ροκάρει και μετά τα 80 του χρόνια ! Είναι αισίως 83… Πίσω του περάσματα και από γκρουπ που έχουν σημαντική παρουσία όπως οι Drifting Around στη δεκαετία του ’90. Καλός αποδέκτης, με το ανοιχτό μυαλό του, των μηνυμάτων της δεκαετίας του ’60, άφησε την φυσική προς χάριν της μουσικής, χωρίς να αποφύγει το στυλ του καθηγητή. Δεν υπάρχει Έλληνας μουσικός που να μην σέβεται τον Πολύτιμο, όχι μόνο για τις πιανιστικές του ικανότητες, αλλά και για σωστή αντίληψη για τον κόσμο και την μουσική. Η συζήτηση μαζί του πάει μακριά κάθε φορά που συνδιαλεγόμαστε γιατί έχει ατελείωτες ιστορίες να διηγηθεί με προσφιλή και γνωστά πρόσωπα. Η άποψη του έχει ιδιαίτερη βαρύτητα αν αναλογιστεί κανείς ότι έζησε όλη την εξέλιξη της μουσικής από τη δεκαετία του ’50 έως σήμερα χωρίς να παροπλιστεί ποτέ και έπαιζε την μουσική που τον εξέφραζε πάντα.
 Το rocknroll στην Ελλάδα έχει το πιανίστα του, τον Δημήτρη Πολύτιμο…

-Τελικά πίσω από κάθε δεκαετία υπάρχει ένας μύθος ;
 «Είχε πάρα πολύ ενδιαφέρον τη δεκαετία του εξήντα γιατί δεν υπήρχε ο επαγγελματισμός που υπάρχει τώρα. Τα πράγματα ήταν πιο αυθόρμητα κάτι που φαινόταν και από τις εκδηλώσεις του κόσμου. Με τους M.G.C. συνέβη και έξω με τα τους Stones, τους Beatles και όλα εκείνα τα συγκροτήματα της βρετανικής σκηνής. Μια Κυριακή θυμάμαι παίξαμε πρωινή συναυλία στον Πειραιά, το απόγευμα στο Χίλτον σε χορό της ΔΕΗ και το βράδυ κανονικά στο μαγαζί στην Πλάκα. Εκεί υπήρχαν τρία μαγαζιά, μεταξύ των οποίων και οι Εννέα Μούσες, όπου δημιουργήθηκαν οι M.G.C., και ένα άλλο ενδιαφέρον πίσω από το Χίλτον, Ο Φριχτός Νάνος…».


-Κυκλοφορούσε εκεί κάποιος τέτοιος…νάνος ;
«Αυτό που έκανε όλους να αναρωτιούνται για τον τίτλο, ήταν και ο λόγος της επωνυμίας του αυτής. Η ενδιαφέρουσα αυτή εποχή σταμάτησε κάπως απότομα με την έλευση των συνταγματαρχών και το ’69 διαλύσαμε. Εγώ πήγα στο Παρίσι, ο Πουλικάκος στο Λονδίνο, διάφοροι άλλοι στην Αμερική. Από τα εικοσιτέσσερα άτομα που είχαν παίξει από την αρχή ως το τέλος των M.G.C., τουλάχιστον καμιά δεκαριά πήγαν στο εξωτερικό. Όταν αρχίσαμε έπαιζα σε ένα πιάνο στις Εννέα Μούσες, όπου πάταγες μερικά πλήκτρα και δεν ξανασηκωνόντουσαν ! Έπρεπε με το χέρι να τα σηκώσεις για να τα ξαναπαίξεις. Όταν έγινε το δυστύχημα με το γκρουπ του Έρικ Κλάπτον, αγοράσαμε τα όργανά τους, τα Vox, κάτι που γράφτηκε σαν μεγάλο γεγονός στο περιοδικό Μοντέρνοι Ρυθμοί : Οι M.G.C.αγόρασαν Vox ! Μετά πήρα ένα φαρφίσα και το πράγμα έφτιαξε. Τις πρώτες μέρες ο μπασίστας ο Ντόβας έπαιζε με ενισχυτή ραδιοφώνου. Παρ’ όλα αυτά το κέφι που έγινε και ο κόσμος που μαζεύτηκε δεν περιγράφεται. Τελευταία εμφάνιση μας ήταν στις Σπέτσες από την οποία υπάρχει το All along The Watchtower σε στίχους του Πουλικάκου στο δίσκο του «Αδέσποτα Σκυλιά», όπου ακούγεται η φωνή μου να λέει : Σήμερα είναι η τελευταία μέρα των M.G.C. και ευχαριστώ όλους τους φίλους που είναι εδώ…».
-Η δύναμη της μουσικής σας έκανε να αφήσετε στην άκρη τη φυσική…
«Σαν τελειόφοιτος πανεπιστημίου στη φυσική συγχρόνως έκανα μαθήματα φυσικής, χημείας και μαθηματικών σε μαθητές που ήξερα από τη μεγάλη παρέα που συχνάζαμε στο Κολωνάκι. Ένα βράδυ όταν πάρκαρα το αυτοκίνητο στην Πλάκα, άκουσα να βγαίνει τζαζ ζωντανή μουσική από το κλαμπ Κουκουβάγια του Γάλλου Μισέλ. Μπαίνω και βλέπω να παίζουν κάτι ξένοι που μετά εκδιώχθηκαν από τις αρχές γιατί δεν είχαν ούτε άδεια παραμονής ούτε άδεια εργασίας. Ο Γάλλος ιδιοκτήτης μου ζήτησε να αναλάβω τη ζωντανή μουσική στο μαγαζί, γιατί με είχε δει να παίζω μαζί τους κάποια βράδια. Βρίσκω τον Στέλιο Κατσαδωράκη, τον πρώτο ντράμερ των M.G.C. και παίζουμε μαζί με τους ξένους προσέχοντας νέα έφοδο αστυνομίας. Έγιναν τρομερές βραδιές που συμμετείχαν ονόματα όπως οι Βαγγέλης Παπαθανασίου, Λουκάς Σιδεράς και πολλοί άλλοι. Τότε στις Εννέα Μούσες έπαιζε και η Νινή Ζαχά.. Για μια βδομάδα βρέθηκε μαζί μας και ο ηθοποιός Άλκης Παναγιωτίδης στα ντραμς. Οι εμφανίσεις μας στην Κουκουβάγια είχαν γίνει μόδα, μπήκαμε στα τουριστικά φυλλάδια και ρωτούσαν ακόμα και οι ξένοι στα στενά Where is Koukouvaja Jazz Club ; Παίρναμε εξακόσιες δραχμές, καλά λεφτά τότε, όταν ο μέσος μισθός ήταν τρεισήμισι χιλιάδες το μήνα. Από εκεί ξεκίνησε και η ροκ καριέρα μου και η Κουκουβάγια έγινε η αφορμή να συσταθεί ο πυρήνας των M.G.C.Δεν μετάνιωσα καθόλου που άφησα τη φυσική. Μόνο τα ταξίδια που έχω κάνει σε όλη την Ελλάδα και το εξωτερικό με αφετηρία την μουσική, φτάνουν. Παρατήρησα ότι διάφοροι συμφοιτητές μου που ακολούθησαν την πεπατημένη όταν τους συναντούσα φαίνονταν τουλάχιστον είκοσι χρόνια μεγαλύτεροί μου. Αυτό δείχνει ότι αν συνεχίσεις την ροκ μουσική και ιδιαίτερα το live που είναι ιδιαίτερα αγαπητό σε μένα, σε κρατά και πιο ζωντανό».
-Ποια ήταν τα χαρακτηριστικά εκείνης της εποχής που δεν σε άφηναν
ασυγκίνητο ;
«Οι αντιλήψεις της εποχής δεν πέρασαν επιδερμικά από πάνω μου και η επαφή μου με τους άλλους ήταν πολύ άνετη και σωστή. Άλλο χαρακτηριστικό ήταν το χιούμορ που κάναμε το χρόνο που βρισκόμασταν μεταξύ μας. Τώρα τα πράγματα είναι πιο ψυχρά. Υπάρχει επαγγελματισμός και ο ήχος είναι καλύτερος, αλλά επαφή έχεις μόνο με αυτούς που παίζεις μαζί, όπως συμβαίνει με τα άλλα μέλη του γκρουπ του Πουλικάκου. Με τον Δημήτρη παίζουμε μαζί από το ’67».
-Για το μεγάλο σχολείο της τζαζ το κλαμπ του Μπαράκου στην Πλάκα τι έχετε να πείτε ;


«Είναι πάρα πολύ παλιός φίλος, πριν να δημιουργηθούν οι M.G.C. και ακόμη κάνουμε παρέα. Συναντιόμαστε και πάμε στο Half Note. Είχα παίξει εκεί κάποιες φορές με τον μακαρίτη τον Φιλιππίδη στο μπάσο, τον Αλέκο Χρηστίδη στα τύμπανα και εγώ στο πιάνο, ως τρίο. Και μια φορά έπαιξα στην ταινία του Ζερβού, Εξόριστος στη Λεωφόρο, με γυρίσματα στου Μπαράκου. Μου είχε προτείνει τον πρώτο ρόλο, που έπαιξε ο Φέρρης, αλλά αρνήθηκα γιατί δεν είχα ιδιαίτερο υποκριτικό ταλέντο».
-Η διασκέδαση ήταν το ίδιο ακριβή με σήμερα σε αναλογία ;
«Δεν μπορώ να συγκρίνω, αλλά αυτό που θυμάμαι είναι ότι όπου είχε ζωντανή μουσική ήταν γεμάτο το μαγαζί, και μάλιστα με γκρουπ που έπαιζαν ολόκληρη σεζόν, κάτι ασύλληπτο σήμερα. Ως Socrates βγάλαμε τρεις σεζόν στο Κύτταρο, μία σεζόν ως M.G.C. στην παραλία και δυο – τρεις σεζόν στην Πλάκα».
-Διδάσκετε μουσική ;
«Αυτό ξεκίνησε όταν έπαιζα στο Κύτταρο με τους Socrates και μου έκανε πρόταση το Πινδάρειο Ωδείο, που ήταν και το πρώτο ωδείο στην Ελλάδα που έκανε τμήμα μοντέρνας μουσικής : ροκ, μπλουζ, τζαζ, στα τέλη της δεκαετίας του εβδομήντα. Μετά ακολούθησαν πολλά ωδεία με αντίστοιχα τμήματα γιατί υπήρχαν παιδιά που πήγαιναν στο κλασικό ωδείο και μάθαιναν το όργανό τους σε μουσική που δεν άκουγαν. Έτσι βαριόντουσαν και χάνονταν πολλά ταλέντα. Είχα πάρα πολλούς καλούς μαθητές – όπως την Λευκή Συμφωνία - που έμαθαν πολλά πράγματα που δεν μπόρεσαν να παίξουν στην Ελλάδα γιατί είναι σκληρά τα πράγματα εδώ. Πολλά συγκροτήματα μετά το ’75 ήταν μη βιώσιμα, κρατούσαν λίγο, τρομερός συναγωνισμός, δεν υπήρχαν χώροι να γνωριστούν μεταξύ τους και να δημιουργηθούν γκρουπ και έτσι υπήρχαν συγκροτήματα που είχαν για παράδειγμα ένα τρομερό κιθαρίστα και οι υπόλοιποι ήταν τρεις κλάσεις από κάτω».
-Ο Πουλικάκος πώς ήρθε στο συγκρότημα ;


«Ο Πουλικάκος μπήκε στους M.G.C. ως μπασίστας. Είδα ότι κάποια τραγούδια που έλεγε παίζοντας μπάσο του πήγαινε και του είπα : Δημήτρη παρατάς το μπάσο και αρχίζεις τραγούδι. Στο μπάσο τον αντικατέστησε ο Αντώνης Τριανταφύλλου, από τους καλύτερους που πέρασαν. Για ένα – δυο βράδια έχουν τραγουδήσει με τους M.G.C. και οι Τάσος Φαληρέας, Νίκος Παπάζογλου και Ντέμης Ρούσσος. Με τον Πουλικάκο είχαμε κάνει διάλεξη μέσω της Εταιρίας Ελλήνων Επιστημόνων, εκείνος για τον σουρεαλισμό και εγώ για τον Βάγκνερ. Η ποικιλία χαρακτήριζε τη ζωή μας. Δεν ήμασταν κολλημένοι. Μας άρεσε ο αθλητισμός, πηγαίναμε σινεμά, στο θέατρο, στα κλαμπ, στη βιβλιοθήκη της αμερικάνικης λέσχης…».
-Ποιο στοιχεία χαρακτήριζε σε όλες αυτές τις κινήσεις σας ;
«Για να είμαι ειλικρινείς ήμουν από τους πιο οργανωμένους μουσικούς απ’ όλα τα γκρουπ, έτρεχα, κανόνιζα, πρόβες, μετακινήσεις…Βέβαια όταν πήγα στο εξωτερικό είχα πάρα πολύ μικρή σχέση με αυτό που λέμε καθημερινή ενασχόληση με την μουσική. Ήταν πιο περιπετειώδης η εποχή εκείνη, με ταξίδια να γνωρίσεις μέρη στον πλανήτη που ζεις. Το ταξίδι ήταν μέσα στην κουλτούρα εκείνης της εποχής, όλη η δύση ταξίδευε προς την ανατολή. Ήταν ευκολότερη η μετακίνηση τότε, χωρίς πολλούς ελέγχους, χωρίς πολύ ακρίβεια. Θέλαμε να βγούμε, να γνωρίσουμε, να νοιώσουμε περιπέτεια. Όταν είχα στο ωδείο μαθητές που ήταν και φοιτητές, οι οποίοι είχαν συνειδητοποιήσει ότι πιθανότατα όλη τους τη ζωή θα βγάλουν στο Παγκράτι λόγω δυσκολιών να βγουν έξω, να ταξιδέψουν. Την ευκολία των ταξιδιών την καταλάβαμε στην εποχή μας, ασυνείδητα κατά κάποιο τρόπο, και ταξιδέψαμε όλο τον κόσμο».
-Ποια ήταν η μουσική πληροφόρησή σας τις μέρες που ανακαλύπτατε και ψάχνατε παίζοντας όλο και περισσότερο μουσική ;


«Ξεκινούσε από τις γνωριμίες που είχαμε, φίλοι ερχόντουσαν άλλοι έφευγαν και ξαναρχόντουσαν, την ψάχναμε μόνοι μας όπως όταν ακούσαμε μ’ ένα φίλο, το Θανάση Κούλη, πρώτοι στην Ελλάδα το πρώτο δίσκο που είχε έρθει του Τελόνιους Μονκ. Τον πήγαμε στο τζαζ κλαμπ της αμερικανικής ενώσεως κοντά στο σπίτι του μακαρίτη Καραμανλή στο Παναθηναϊκό Στάδιο, αλλά έπαιζε ακόμη δυσκολονόητα πράγματα και τους παραξένεψε ο ήχος του. Μα και εμείς χρειάστηκε να παίξουμε το δίσκο του Μονκ πέντε – έξι φορές για να τον καταλάβουμε. Όταν μπήκε εξώφυλλο στο Time τους τον κολλήσαμε στην μούρη. Έπαιρνα και δίσκους από την αμερικάνικη βάση. Μουσική πληροφόρηση υπήρχε στην τζαζ ώρα που είχε η Ελληνική Ραδιοφωνία, μία φορά την εβδομάδα. Αργότερα αγόραζα το περιοδικό Down Beat και ρίχναμε κλεφτά και καμιά ματιά στα άλλα ξένα. Έτσι είδα ότι πρώτος κιθαρίστας της χρονιάς βγήκε ο Έρικ Κλάπτον, που είχα φιλοξενήσει ένα χρόνο πριν στο σπίτι μου χωρίς να αντιληφθώ το μέγεθος του ταλέντου του. Επίσης είχα την τύχη ακόμη να πληροφορούμε από το τζαζ κλαμπ της ΧΑΝ, όπου ο πατέρας μου ήταν μέλος της αδερφότητας. Εκεί άκουσα το Take That Train του Ντιουκ Έλλινγτον. Δεν ξέρεις εσύ από αυτά, μου είπε ένας μεγαλύτερος. Αυτό ήταν. Κόλλησα ! Κάπως έτσι ακούγαμε μουσική…».   
-Η τεχνολογία ευνόησε την μουσική δημιουργία ή εγκλώβισε τελικά τους μουσικούς ;
«Δεν είμαι εναντίον της εξέλιξης της τεχνικής και μάλιστα η μουσική είναι η μόνη τέχνη που χρησιμοποίησε τόσο πολύ την εξέλιξη στα ηλεκτρονικά, εάν εξαιρέσεις τον κινηματογράφο που είναι σύνθεση πολλών τεχνών. Πολύς κόσμος νομίζει ότι τα μηχανήματα παίζουν μόνα τους πατώντας διάφορα κουμπιά. Παίζεις ένα σόλο καταπληκτικό και κάνεις ένα λάθος σε μια νότα. Παλιά το ξανάπαιζες και μπορεί να έβγαινε χειρότερο, ενώ τώρα με το ποντίκι του κομπιούτερ έχεις τη κάθε νότα μπροστά σου, τρομερή ευκολία. Δεν νομίζω ότι χάθηκε η γοητεία της μουσικής με τα παραδοσιακά όργανα. Η τζαζ ζει και βασιλεύει με τα παραδοσιακά όργανα. Δε πιστεύω ότι η εξέλιξη της μουσικής πήγε πίσω την ίδια την μουσική. Έχω αντιρρήσεις για τα είδη μουσικής που χρησιμοποιείται κατά κόρον η μηχανική στην μουσική και το καταλαβαίνεις πια με το αυτί σου στην ρέηβ και γενικότερα στην ηλεκτρονική μουσική που μπορεί ακόμη να προχωρήσει γιατί με βάση τις δυνατότητες που υπάρχουν στα σύγχρονα στούντιο, αξίζει ακόμη καλύτερες συνθέσεις. Μην κλείσει το θέμα με τον Ζαν Μισέλ Ζαρ…».
-Εκτός της μουσικής ποια ήταν η πιο κοντινή τέχνη στη ζωή σας ;
«Ο κινηματογράφος. Υπήρξαν περίοδο που μελέτησα και παρακολούθησα τη ζωγραφική, την ποίηση, βασικά κλασικά βιβλία, αλλά από μικρός θυμάμαι με κέρδισε ο κινηματογράφος και μάλιστα για μερικά χρόνια είχα μια στήλη σε αθλητική εφημερίδα. Μάλιστα είχα προβλέψει το Όσκαρ που πήρε στο Ζορμπά ο Βασίλης Φωτόπουλος γράφοντας χαρακτηριστικά ότι ιδίως στο δωμάτιο της Μαντάμ Ορτάνς η δουλειά του αξίζει Όσκαρ…».    
-Η σχέση σας με το χρόνο πώς είναι ;
«Αρμονική. Με το ίδιο σέβας βλέπω το παρελθόν, το παρών και το μέλλον».
    

·         *




Ο ΔΗΜΗΤΡΗΣ ΠΟΛΥΤΙΜΟΣ ΘΑ ΕΜΦΑΝΙΣΤΕΙ ΜΕ ΤΟΥΣ DRIFTING AROUND ΣΤΟ VINYL IS BACK TO ΣΑΒΒΑΤΟ 24 ΣΕΠΤΕΜΒΡΊΟΥ ΣΤΙΣ 6 Μ.Μ. (Γ ΣΕΠΤΕΜΒΡΊΟΥ ΚΑΙ ΙΟΥΛΙΑΝΟΥ). ΕΙΣΟΔΟΣ : ΕΛΕΥΘΕΡΗ



Κυριακή 11 Σεπτεμβρίου 2016

Συνέντευξη με τον ιδρυτή της G.O.D. Records Μιχάλη Ματθαίου - Του Γιάννη Αλεξίου












 Συνέντευξη με τον ΜΙΧΑΛΗ ΜΑΤΘΑΙΟΥ 

Γράφει ο Γιάννης Αλεξίου

Μέχρι σήμερα ήταν μύθος. Μετά από προσπάθειες πολλών που έπεσαν στο κενό για διαφορετικούς λόγους η αγορά πρέσας έγινε πραγματικότητα στην Ελλάδα και ανοίγει το δρόμο τη δημιουργίας εργοστασίου παραγωγής βινυλίων που σύμφωνα με το χρονοδιάγραμμα μέχρι το τέλος του 2016 θα γίνει πραγματικότητα. Η αυξημένη ζήτηση των Ελλήνων μουσικών να καταγράψουν τη δουλειά τους σε βινύλιο, αλλά και ανάγκη επανεκδόσεων σημαντικών δίσκων του παρελθόντος που εξαφανίστηκαν και οι τιμές τους έφθασαν σε δυσθεώρητα ύψη καθώς και η ίδια η τροχιά της μουσικής που φέρνει την ανάγκη να ακούγεται ο ήχος όπως πραγματικά του αξίζει με τη διαδικασία της ακρόασης να μην χαθεί μπροστά στον υπολογιστή μας και στη βιασύνη του ακούσματος έκανε επιτακτική την τύπωση βινυλίων και στην Ελλάδα. Είναι φανερό πια ότι οι απανταχού vinyl maniacs μπαίνουν σε λίστα αναμονής λόγω του περιορισμού αριθμού εκδόσεων δίσκων βινυλίου και πολλές φορές είναι προπωλημένα πριν καν κυκλοφορήσουν στο εμπόριο ! Κάτι ανάλογο που συνέβαινε μόνο στη δεκαετία του ’60 με δίσκους τους Beatles για παράδειγμα. Βέβαια τώρα ο αριθμός τύπωσης των βινυλίων είναι σαφέστατα ελάχιστος συγκριτικά με τότε, καθώς τυπώνονται αριθμημένες κόπιες από 200 έως 1000 αντίτυπα το πολύ. Οι δίσκοι αυτοί διακινούνται σε όλα αυτά τα δισκάδικα, παλιά και καινούργια που ανθίζουν στην Ελλάδα, στα παζάρια δίσκων που συρρέει ο κόσμος και πολλές φορές δίνει περισσότερα χρήματα για εξαντλημένες κόπιες που θα βρει σε αυτά, ενώ υπάρχει και ενδιαφέρον για δίσκους κυρίως της εγχώριας pop-rock, εναλλακτικής και νέο-ψυχεδελικής παραγωγής και κάποιες άλλες κόπιες πωλούνται σε on line sales, είτε είναι επανεκδόσεις περασμένων δεκαετιών, είτε καινούργιας παραγωγής.
Ένας άνθρωπος που γνωρίζει πολύ καλά όλη αυτή τη διαδικασία παραγωγής δίσκων βινυλίου και είναι πολύ μέσα στην μουσική από πιτσιρικάς και είχε κάποτε και το δικό του δισκάδικο και σήμερα εμπλέκεται με τη δική του δισκογραφική εταιρία G.O.D Records, ο Μιχάλης Ματθαίου, μας μιλά για όλο αυτό το γοητευτικό και για κάποιους παράξενο κόσμο των βινυλίων που από μεράκι έκανε κύρια επαγγελματική του ενασχόληση, αλλά και εμπλέκεται με ένα τρόπο και με την πολυαναμενόμενη, εγχώρια πια, παραγωγή δίσκων βινυλίου.

1.       Πώς και πότε ξεκίνησε η ενασχόλησή σου με τα βινύλια ; Είχες κάποια άλλη επαγγελματική διαδρομή ως βινυλιάς στο παρελθόν ;


Η ενασχόληση μου με τα βινύλια άρχισε από μωρό παιδί, στα 4 ανακάλυψα τα 45αρια του πατέρα μου που εκτός των άλλων ήταν τραγουδιστής κι έγραφε και τραγούδια και λίγο μετά στο δημοτικό,vμιας και υπήρχαν στην οικογένεια ναυτικοί, έβαλα λυτούς και δεμένους να μου φέρνουν σινγκλάκια απ’όλον τον κόσμο.Η κατάσταση μου προχώρησε έμπλεξα με το ραδιόφωνο ξεκινώντας με το Τρίτο Πρόγραμμα το 1987 και την δεκαετία του '90 άνοιξα στα Εξάρχεια δισκάδικο με μεταχειρισμένους δίσκους το The Crypt Records στην Εμ. Μπενάκη 62 πάνω από το μπαρ Stand  στο παλιό νεοκλασικό κτίριο στον 1ο όροφο και στο 58 ακριβώς δίπλα με βιτρίνα. Μετά τα πράγματα εκτροχιάσθηκαν λίγο, γεμίσαμε αποθήκες με δίσκους, το σπίτι μου στα Εξάρχεια, ακόμα και στην μονοκατοικία των γονιών μου ,τους γέμισα το γκαράζ με 10.000 δίσκους.  Φτάσαμε εδώ που φτάσαμε και το μόνο λογικό βήμα ήταν για μένα να προχωρήσω στην ίδρυση μιας ανεξάρτητης δισκογραφικής εταιρείας μαζί με την γυναίκα μου και πολύτιμο συνεργάτη, Μαρία Σοφία. ¨Εχω κάνει και τον dj σε πολλά μαγαζιά κι ακόμα τον κάνω καμιά φορά, τελευταία δε εκπομπή ραδιοφωνική ήταν το 2012 σε ένα ιντερνετικό ραδιόφωνο, αλλά κι αυτό θα το ξανακάνω, είναι μεγάλο πάθος η ενασχόληση με την μουσική σε όλες τις μορφές της.

2     - Η ανεξάρτητη δισκογραφική σου εταιρία G.O.D. Records τι σημαίνει ακριβώς, πότε ιδρύθηκε και κάτω από ποιες συνθήκες ;
G.O.D. είναι αρχικά και σημαίνουν Garden Of Dreams, ο κήπος των ονείρων των δικών μου και όσων αγαπούν τις μουσικές που ανθίζουν σ’αυτόν τον κήπο. Οι συνθήκες κάτω από τις οποίες ιδρύθηκε δεν είναι ιδιαίτερες για μένα, ήταν απλά το επόμενο λογικό βήμα, να βγάλουμε σε βινύλιο αυτά που θέλουμε να ακούμε. Η εταιρεία ιδρύθηκε από εμένα και την γυναίκα μου στις 7 Δεκεμβρίου του 2013.

         - Σε τι ρεπερτόριο κινείτε και πόσες παραγωγές δίσκων έχεις κάνει έως τώρα ;
Το ρεπερτόριο μας είναι το ψυχεδελικό ροκ νέο και παλαιό, το γκαράζ επίσης και το στόνερ ροκ που έχει τεράστια άνθηση με σπουδαίες δουλειές και πολύ καλές μπάντες παγκόσμια και η acid folk σαν την νέα μας κυκλοφορία του Σείριου Σαββαΐδη “Πλανωδία”. ¨Έχουμε μέχρι τώρα αισίως 54 παραγωγές σε βινύλιο και cd στα 2μιση χρόνια λειτουργίας μας και προχωράμε.

4    - Είναι κυρίως νέες κυκλοφορίες ή επανεκδόσεις παλιότερων δίσκων ;
Κυρίως νέες κυκλοφορίες και κάποιες επανεκδόσεις που κρίνουμε σκόπιμο να κόψουμε είτε γιατί δεν έχουν ξαναβγεί ποτέ (όπως οι Wet Taxis που βγάλαμε σε βινύλιο και cd) είτε γιατί δεν υπάρχει επίσημη ή προσεγμένη ηχητικά κλπ επανέκδοση.

5    - Στην Ελλάδα αυτή την στιγμή δραστηριοποιούνται περισσότερες ανεξάρτητες εταιρίες παραγωγής βινυλίων συγκριτικά με τις υπάρχουσες δισκογραφικές εταιρίες στην εποχή της ακμής τους ! Υπάρχει τόσο εύφορο έδαφος για το βινύλιο στην Ελλάδα ;
Στην Ελλάδα σαν αγορά και βέβαια όχι, δεν υπάρχει κοινό ικανό να απορροφήσει όλες αυτές τις εκδόσεις των εταιρειών, ακόμα κι αν οι εκδόσεις πλέον είναι πιο μαζεμένες σε νούμερα,250-500 κόπιες. Οι πωλήσεις στο μεγάλο μέρος τους γίνονται στο εξωτερικό και σ’αυτό έχει βοηθήσει η αμεσότητα του ίντερνετ.

6   -  Για τι είδους ρεπερτόριο υπάρχει ενδιαφέρων από το εξωτερικό για ελληνικής παραγωγής δίσκους βινυλίου και πόσο ποντάρει η ελληνική αγορά στην αγορά του εξωτερικού ;
Υπάρχει μεγάλο ενδιαφέρον για stoner ψυχεδελικό ροκ με αγγλικό πάντα στίχο και για acid folk με κάτι το ξεχωριστό εδώ ξεπερνιέται ακόμα και το πρόβλημα της ιδιαιτερότητας της γλώσσας μας, αν πράγματι είναι αξιόλογο μουσικά. Η ελληνική αγορά ζει στην ουσία από τις πωλήσεις του εξωτερικού, η αγορά εδώ απορροφά ένα 10% των παραγωγών, εκτός κάποιων εξαιρέσεων εκδόσεων δίσκων που αφορούν όμως μόνο την Ελλάδα και επιβεβαιώνουν τον κανόνα. Μιλάω ειδικά για επανεκδόσεις ελληνικού ροκ που για κάποιο λόγο δεν πέρασε στο συλλεκτικό κοινό του εξωτερικού ή για νέες εκδόσεις με ελληνικό στίχο που της περιορίζει ή τέλος πάντων ότι περνάει μόνο στην Ελλάδα, τα  λεγόμενα “έντεχνα” και τα νεοχίπστερ.

7    -  Οι broggers (οι μεσολαβητές στην παραγωγή δίσκων βινυλίου από την Ελλάδα στο εξωτερικό) πόσο καθαρό ρόλο είχαν έως τώρα ;
O ρόλος των brokers είναι ξεκάθαρος, είναι αυτός του μεσολαβητή μεταξύ ενός εργοστασίου παραγωγής και της δισκογραφικής εταιρείας ή της μπάντας που κάνει μια προσωπική ανεξάρτητη παραγωγή. Όμως, ως άνθρωποι οι brokers έχουν και ελαττώματα, δεν είναι όλοι ξεκάθαροι ως προς το προϊόν που προσφέρουν ακόμα και ως προς τις υπηρεσίες που προσφέρουν. Πολλές φορές μπάντες που ψάχτηκαν μόνες τους και πήγαν σε ένα broker με μόνο κριτήριο ότι τους έδωσε φθηνή τιμή, έκαναν να δουν δίσκο και 1 και 2 χρόνια και πολλές φορές δεν έπαιζε κιόλας κι ο τύπος δεν απαντάει ούτε σε email ούτε τηλέφωνα. Επίσης υπήρξαν και υπάρχουν και αρκετοί τυχάρπαστοι που απλά έφαγαν τα λεφτά κι εξαφανίστηκαν ή ‘άλλοι στα όρια του γραφικού, που τάζουν λαγούς με πετραχήλια,ότι έχουν πρέσες δικές τους κι ο δίσκος θα κοπεί Ελλάδα στα γρήγορα, ενώ κόβεται στην Αυστρία με το ανάλογο χρονικό περιθώριο. Μια εταιρεία πρέπει να επιλέξει συνεργασία με έναν συνεπή broker για να κάνει την δουλεία της, δοκιμασμένο και φυσικά με συμβόλαια ξεκάθαρα και με ποινικές ρήτρες αθέτησης.

8   -Τι είναι για σένα η εταιρία αυτή παραγωγής που έχεις ; Ασχολείσαι αποκλειστικά με αυτό ;
Η δισκογραφική εταιρεία που έχω είναι κατά το μεγαλύτερο μέρος η αποκλειστική μου ενασχόληση και αν και είναι συνεχής και καθημερινή με τρελό ωράριο, δεν νιώθω ότι δουλεύω καν γιατί κάνω αυτό που αγαπάω.

9 - Το όνομά σου έχει εμπλακεί με το πρώτο εργοστάσιο παραγωγής δίσκων βινυλίου στην Ελλάδα. Τι σχέση έχεις με αυτό και πόσο σημαντική είναι η ίδρυσή του στην διάδοση του βινυλίου στη χώρα μας ;


Έχω την χαρά να συμμετέχω κι εγώ σαν συνεργάτης σε μία προσπάθεια που γίνεται από πολλούς ανθρώπους, γνώστες της δουλείας για ένα νέο εργοστάσιο κοπής βινυλίου στην χώρα μας. Αναρτήσαμε φωτογραφίες από την πρώτη καινούργια πρέσα βινυλίου, φτιαγμένη στην Ελλάδα πριν μερικές μέρες στα σόσιαλ μήντια και η ανταπόκριση του κόσμου ήταν υπέρ του δέοντος θετική. Θα έχουμε επίσημα νέα κι άλλες φωτογραφίες σύντομα. ¨Ενα τέτοιο εγχείρημα κρίνω ότι θα είναι καταλυτικά σημαντικό για την διάδοση του βινυλίου στην χώρα μας, γιατί από τις αρχές της δεκαετίας του ‘90 εως τώρα δεν υπήρχε η δυνατότητα κοπής στην Ελλάδα κι όλα γίνονταν έξω. Τώρα θα υπάρχει αμεσότητα στην επικοινωνία, πολύ γρηγορότεροι χρόνοι παράδοσης και καλύτερες τιμές για την Ελλάδα ,αν σκεφτείς μόνο πόσα θα γλυτώνεις από μεταφορικά. Επίσης επειδή όλα τα μηχανήματα είναι καινούργιας τεχνολογίας, θα είναι και οι κοπές πολύ καλύτερες ηχητικά και θα προσφέρεται ολόκληρο το πακέτο, δίσκος με εξώφυλλα ποιότητας και ότι άλλο μπορεί κανείς να φανταστεί, ένθετα, πόστερ,κλπ.

1 -Γιατί κατά καιρούς έγιναν αποτυχημένες προσπάθειες αγοράς πρέσας για την κοπή βινυλίων στην Ελλάδα, σε τέτοιο βαθμό που θεωρούνταν μύθος η δημιουργία εργοστασίου παραγωγής στη χώρα μας ;
Αν κρίνουμε εκ του αποτελέσματος, προφανώς δεν είχαμε να κάνουμε με σοβαρές προσπάθειες.


1 - Συμμετέχεις σε παζάρια δίσκων που γίνονται σε συχνά πυκνά διαστήματα πια στην Ελλάδα ; Ποια είναι η εμπειρία της συμμετοχής σου και αν ξεχωρίζει κάποιο για τη οργάνωσή του..
Ξεκίνησα να συμμετέχω σε παζάρια βινυλίου στην Ελλάδα, από το πρώτο που έγινε το ‘89 αν θυμάμαι καλά στο West. Με ένα διάλειμμα αρκετών ετών για προσωπικούς λόγους, συμμετέχω ξανά επίσημα από πέρσι (γιατί ανεπίσημα έδινα δίσκους της εταιρείας σε φίλους πωλητές για το παζάρι από πρόπερσι) με πάγκο της εταιρείας με δικές μας εκδόσεις και διανομές και επιλεγμένους μεταχειρισμένους συλλεκτικούς δίσκους. Το παζάρι που ξεχωρίζει και ήταν και το μοναδικό τα τελευταία χρόνια, εκτός από κάποια μικρά μπαζάρ σε μαγαζιά ,είναι το Vinyl is Back το οποίο η εταιρεία μας στηρίζει και συμμετέχει και θα εξακολουθήσει να συμμετέχει, γιατί είναι το πιο οργανωμένο και παρέχει  στους πωλητές τις καλύτερες προσφορές και πολύ καλή προώθηση και διαφήμιση αλλά και στους αγοραστές, ωραίους άνετους χώρους, δωρεάν προβολές ταινιών, συναυλίες και δρώμενα.

1  - Οι εκθέτες μπορούν να ανταποκριθούν σε συχνές συμμετοχές σε παζάρια δίσκων σε εποχή κρίσης ;
Για όλο τον κόσμο είναι δύσκολο σε τέτοιες εποχές, να συμμετέχει σε πολλά παζάρια δίσκου, πρώτα το αγοραστικό κοινό που πρέπει να επιλέξει που θα πάει για να ξοδέψει τα χρήματα του, αλλά και για τους εκθέτες γίνεται πολύ ανταγωνιστικό και χρηματοβόρο το πράγμα με τα συνεχή παζάρια, πολλά εξ αυτών κακοργανωμένα, μπαίνουν μέσα ή βγάζουν μόνο τα έξοδα τους, μιας κι ο κόσμος θα πάει σε κάτι γνωστό και δοκιμασμένο και δεν έχει διάθεση και χρήμα για πειράματα.

1  - Ποιες είναι οι κυριότερες μουσικές σου επιρροές  ;
Θα χρειαστούμε μια άλλη συνέντευξη για αυτήν την ερώτηση, γιατί έχω ένα πολύ ευρύ πεδίο στην μουσική. Η μουσική είναι μία, υπάρχει καλή και κακή, αλλά αυτό είναι υποκειμενικό. Εγώ λέω ότι υπάρχει μουσική με ψυχή και μουσική για τα φράγκα. Η πηγή όλης της σύγχρονης μουσικής του 20ου και 21ου αιώνα είναι τα μπλουζ, οπότε μοιραία οι αναφορές μου είναι εκεί .Δεν έχει σημασία να αναφέρω ξερά κάποια ονόματα, απλά θα σου πω δίσκους που για μένα είχαν τεράστια επιρροή, το Disraeli Gears των Cream, το ομώνυμο των Traffic, τα 2 Jimi Hendrix Experience, τα 3 πρώτα του Van Morrisson το Τriangle των Beau Brummels, το Super Session των Αl Kooper Mike Bloomfield και Stephen Stills, το Foreven Changes των Love και μπορώ να συνεχίσω μέχρι αύριο…

 -Ποιες είναι οι άμεσες προτεραιότητες στις κυκλοφορίες δίσκων σου, στην G.O.D. Records  και αν σκοπεύεις να κάνεις ανοίγματα και σε άλλα είδη μουσικής ; 
Έχουμε βγάλει στην αγορά αυτές τις μέρες σε βινύλιο τον υπέροχο acid folk δίσκο του Σείριου Σαββαΐδη “Πλανωδία” που προανέφερα, o οποίος δέχτηκε διθυραμβικές κριτικές, σε περιορισμένη έκδοση διάφανο βινύλιο κι ένα πολυτελές κουτί από δερματινή σε 50 μόνο κόπιες που περιέχει τον δίσκο ένα cd και μια αφίσα. Επίσης κυκλοφορήσαμε άλλη μια ελληνική δουλειά σε cd των Robert Sin And The Huckleberries-.”..And the Ghosts In Between” ένα υπέροχο υβρίδιο americana και ψυχεδέλειας στο οποίο έπεται και συνέχεια. Πάντα έχουμε ανοιχτά τα αυτιά μας και τα μάτια μας σε καινούργια πράγματα, το μυστικό είναι να μην μένεις στάσιμος για να μην βαλτώσεις. Άλλωστε μου αρέσουν πολύ οι εκπλήξεις.





    Η πρέσα που θα τυπώνει βινύλια στην Ελλάδα !