Δευτέρα 25 Νοεμβρίου 2013

ΤΟ ΤΑΞΙΔΙ ΜΟΥ ΣΤΗΝ ΜΟΣΧΑ, Ιούνιος 2005 του Γιάννη Αλεξίου







 ΤΟ ΤΑΞΙΔΙ ΜΟΥ ΣΤΗΝ ΜΟΣΧΑ, ΙΟΥΝΙΟΣ 2005



Του ΓΙΑΝΝΗ ΑΛΕΞΙΟΥ / e-mail : johnalex@hol.gr                 


Υπάρχει ο Μαρξ, μα και η σαρξ

Με τρία βιβλία στη βαλίτσα, την αυτοβιογραφία του Έρικ Μπέρντον, την Ώρα του Διαβόλου το τελευταίο βιβλίο του Φερνάντο Πεσόα που βγήκε στην επιφάνεια από την σύντροφό του και το Ταξίδι στη Ρωσία του Αντρέα Εμπειρίκου έφυγα για την Μόσχα για 12 νύχτες και μέρες. Η μουσική και οι τέχνες, πέραν των ορχηστρών και των μπαλέτων που βλέπουμε στην Ελλάδα, ήταν η περιέργεια που με οδήγησε στην πόλη των 9 εκατομμυρίων και την αναλογία 3 γυναίκες και 1 άντρας. Η Αοεροφλότ με την τρίωρη καθυστέρησή της με αποζημίωσε με την ώρα που είχα στη διάθεσή μου να διαβάσω το ταξίδι του Εμπειρίκου με την παλιοπαρέα του, Ελύτη και Θεοτοκά, με τον ίδιο προορισμό. Τι περίεργο έφυγε κι αυτός 4.40 με πλοίο από τον Πειραιά, με πλοίο, πριν 38 χρόνια ! Καλό σημάδι σκέφτηκα, ενώ ένα παιδικό γκρουπ με ρωσάκια έκανε φασαρία δίπλα μου. Είναι κι αυτές οι αλλεπάλληλες προειδοποιήσεις για προσοχή μη χαθούν οι αποσκευές σας…
Το πιο πολύτιμο πράγμα που κουβαλούσα ήταν ένα αυτόγραφο του Φράνκο Τζεφιρέλι που τα είπαμε για λίγο πριν φύγω ταξίδι και ξεχάστηκε μέσα στο μπλοκ μου. Πήρα μαζί μου και τρία cd ένα με τις ηχογραφήσεις του Έλβις στην Sun, μια διπλή ανθολογία της Janis Joplin και το καινούργιο άλμπουμ των Ενδελέχεια. Τελικά δεν άκουσα κανένα, αλλά είδα την Janis Joplin της Ρωσίας στο famous λόγω επισκεπτών, όπως Sting, Blues Brothers, B.B. King, Nazareth, Motorhead που κοσμούν τους τοίχους του B.B. King που έχει live blues κάθε μέρα 8-10 μ.μ. Εκεί η μπάντα κάλεσε μια γεματούλα μα νόστιμη, με φωνή Joplin και τραγούδησε Cream χαιρετίζοντας την επανασύνδεσή τους. Το όνομά της δεν το’ πιασα, αλλά την βάφτισα. Στα διαλείμματα και μετά το live έπαιζαν dvd. Ήταν ένα ξύλινο και εντυπωσιακό στην είσοδο μπαρ με την πρόσοψη μιας κόκκινης Cadillac. Τελικά το blues υπάρχει παντού…
Έμενα στο μεγαλύτερο ξενοδοχείο του κόσμου, εννιαόροφο, δυο χιλιάδες δωμάτια. Ο Στάλιν γκρέμισε 15 εκκλησίες που βρίσκονταν στο ίδιο μέρος για να το φτιάξει. Κάτι κρατούσε από την παλιά του αίγλη, μα μέσα σ’ ένα χρόνο θα γκρεμιστεί. Δρόμοι ή ένα άλλο ξενοδοχείο θα φτιαχτεί στη θέση του. Όμως η θέα που είχα με έκανε πολλά βράδια να μένω άγρυπνος. Όλη η Κόκκινη Πλατεία, η χρωματιστή εκκλησία του Αγίου Βασιλείου, το ποτάμι, οι χρυσοί τρούλοι, όλα στο πιάτο χωρίς να μεσολαβούν κτίρια, μα ένα πάρκο. Ασφαλώς με τέτοια θέα είχα διάθεσή κάθε μέρα.
Το πρώτο βράδυ βρέθηκα σ’ ένα πολυχώρο όπου έπαιζε μια μπάντα, αρκετά groove-άτη με κρουστούς, κιθάρες, ούτι μ’ ένα Σύριο, μια μελαχρινή τραγουδίστρια στα λάτιν και ένα γερόλυκο τραγουδιστή που έπαιζε και κιθάρα. Εκεί άκουσα τα Black Magic Woman και Imagine σε τελείως διαφορετικές εκτελέσεις. Ήταν το Pop Mechanic Project. Είχαν και μια κημπορντίστρια που έπαιζε πλήκτρα με φωτοκύτταρα από ψηλά ! Ρώσικη πατέντα, το termine vox, πολύ ενδιαφέρουσα. Το συνάντησα και την επόμενη στο jazz festival στο Πάρκο Αρχάγγελος, μισή ώρα με αμάξι έξω από την πόλη. Ένα παραδεισένιο μέρος όπου οι περίπατοι – χάσιμο στην απέραντη καταπράσινη έκταση συναγωνιζόταν το θέαμα στις τρεις σκηνές που ήταν διασκορπισμένες και έμοιαζαν δώρο της φύσης. Ξαφνικά παλιά ανάκτορα, κολώνες στο πουθενά και μια τζαζ ορχήστρα, ή ο Αρκάδιους αυτός ο φημισμένος Ρώσος πνευστός, που φάνταζε σαν Πάνας με τα τεράστια όργανα που έχουν στην Ασία. Αυτοσχεδιασμοί που σου παίρνουν το μυαλό σε πολιτισμένο περιβάλλον με τραπέζια στην άκρη για τους κάποιους, ένας κύκλος με γκαζόν και γύρω κόσμος και αυτοκρατορική είσοδος με κολώνες. Και μια μαύρη θεά. Νομίζω ήταν η μόνη μαύρη που είδα στη Μόσχα.
Στην άλλη σκηνή οι νέες τάσεις της τζαζ με χρήση termine vox που βγάζει ένα μακρόσυρτο groove ήχο και δίνει ένα χρώμα στο διαφορετικό παίξιμο τους σε σχέση με την Ευρώπη και την Αμερική. Στο φεστιβάλ αυτό πήρα τυχαία και δύο εκπληκτικά cd. Πάλι αυτό το ένστικτο. Η τζαζ-ροκ ορχήστρα Arsenal, που σχηματίστηκε το 1973, σε πανεπιστήμιο της Μόσχας, οι Blood Sweat and Tears της Ρωσίας, κομμάτια των οποίων διασκευάζουν. Έχουν διασκευάσει και την ροκ όπερα Jesus Christ Superstar σε δική τους πιο τζαζ-ροκ διασκευή. Η Er. J. Orchestras επίσης στο «Gabielius» είναι ένα καταπληκτικό μείγμα folk, jazz, minimal, αρκετά ατμοσφαιρικό. Χάρτινες πολύ καλές ρωσικές εκδόσεις, νέες κυκλοφορίες με 8 ευρώ, όπως και το τελευταίο του Buddy Guy με συμμετοχή Eric Clapton, το ακουστικό «Blues Singer». Τα ρωσικής κατασκευής cd κυμαίνονταν 8-9 ευρώ, τα εισαγόμενα που είναι και το μεγαλύτερο κομμάτι της αγοράς από 17-25 ευρώ, όπως και στην Ελλάδα δηλαδή. Δεν μπορώ να μην αναφέρω και το εκπληκτικό δισκάδικο, ίσως το μεγαλύτερο και πιο πλήρες που έχω συναντήσει και από τις χώρες της Ευρώπης, το «Transylvania» (www.transylvania.ru). Τα είχε όλα μέσα, καθώς και μεγάλη ποικιλία cd boxes και dvd. Από τιμές…φαρμακείο. Βινύλιο δεν βρήκα στη Ρωσία, αν και οι δισκάδες μου είπαν ότι κατά καιρούς πέφτουν παρτίδες στα χέρια τους.
Στην ροκ δεν έχουν να επιδείξουν τίποτε το ενδιαφέρον οι Ρώσοι, ένας ξεπερασμένος ήχος χωρίς φαντασία σε ρωσική γλώσσα, μάλλον αδιάφορο. Από την άλλη η jazz έχει παντού να πει κάτι ενδιαφέρον. Πολλά γκρουπ παίζουν ζωντανά, συμμετέχουν σε φεστιβάλ. Γενικά η Μόσχα είναι μια πολύ ζωντανή πόλη από πλευράς μουσικής, κάθε μέρα κάτι γίνεται. Τα περισσότερα ονόματα που θα δούμε στην Ελλάδα (White Stripes, Moby, Sonic Youth, Garbage, Marylin Manson, Faithless) ακόμη και το Cats περνούν πρώτα από εκεί. Οι περισσότεροι κουβαλούν μαζί τους cd player, αγοράζουν cd και γενικά η μουσική είναι μέσα στη ζωή τους, ακόμη και λόγω μεγάλης χρήσης των νέων δυνατοτήτων της τεχνολογίας. Μπορείς να πίνεις καφέ σε πολυσύχναστο μέρος και να κάτσει δίπλα σου γιάπης με τη συνάδελφό του και να ανοίξει το μικρό lamptop του να δει ειδήσεις.
Βρέθηκα και στα avant-garde πάρτι τους σε ένα χώρο πίσω από ένα κτίριο, όπου με υποδέχθηκε ένας Ρώσος τύπου Ravi Shankar με κελεμπία, έβγαζε και μια low budget εφημερίδα, ο οποίος με οδήγησε κατευθείαν σε ένα δωμάτιο όπου μία τραγούδησε a capella, μια άλλη χόρεψε χορό της κοιλιάς, μια άλλη απήγγειλλε ένα ποίημα που χειροκροτήθηκε ζωηρά, χόρεψε κι ένα…γιουσουφάκι, πέτυχα εκεί κι ένα γνωστό σουρεαλιστή Ρώσο καλλιτέχνη, τον Garry Vinogradav, που φορούσε ένα γυαλί σε σχήμα μάλλον ψαριού χωρίς τζάμι. Δυστυχώς χάθηκα και δεν βρήκα άλλη μέρα το χώρο που έδειξε τη δουλειά του, αλλά έχω τα στοιχεία του. Εκεί συνάντησα επίσης ζωγράφους, ποιητές και φυσικά αριστουργηματικές γυναίκες. Στο γιουσουφάκι δυστυχώς έτρεμε το χέρι μου και οι τρεις πόζες βγήκαν κουνημένες !
Μετά στο πάρκο Ερμιτάζ στην Μόσχα κάθισα με μια κοπέλα στα μεγάλα αυτά ασιατικά καναπεδάκια με τα kalian και ήρθε μια βιολοντσελίστρια κλαμένη που την είχε αφήσει ο τσελίστας φίλος της, ο οποίος έχει εξαφανιστεί από τις πρόβες της ορχήστρας επί ένα μήνα. Δεν ήξερε τι να κάνει. Της είπα να του στείλει μήνυμα ότι παρατά το βιολοντσέλο της και εγκαταλείπει την ορχήστρα μέχρι να εμφανιστεί ο καλός της ! Γέλασαν, αλλά μετά δεν βρήκαν να κάνουν τίποτα καλύτερο και ακολούθησε τις οδηγίες μου. Το φοβερό ήταν ότι την πέτυχα τυχαία στο δρόμο την άλλη μέρα σε μια μακρινή μοναχική και αναγνωριστική βόλτα στη Μόσχα που αποδείχθηκε μικρή κι αυτή, σαν την Αθήνα στις αναπάντεχες αυτές συναντήσεις. Μιλήσαμε, ήταν καλύτερα γιατί της είχε απαντήσει στο μήνυμα, μα δεν είχε εμφανιστεί ακόμη. Ευκαιρία για καφέ λοιπόν…
Οι νέοι εκεί μεταξύ 25-35 είναι μέσα στα πράγματα, παίρνουν δουλειές, κάνουν όνειρα, προς το παρών δουλεύουν πολύ και αμείβονται λίγο αλλά με αυτό το ρυθμό μάλλον σε δέκα-δεκαπέντε χρόνια θα τα καταφέρουν. Ενδεικτικά αναφέρω το παράδειγμα μιας κοπέλας στην παρέα που ήταν ταξιθέτρια σε σινεμά και μέσα σ’ ένα χρόνο κάνει μακέτες για μεγάλα κτίρια και έχει βλέψεις στην Πολιτιστική Μόσχα εάν πάρουν τους Ολυμπιακούς του 012 ! Τα θέλουν όλα και τώρα σαν να έχουν χάσει το χρόνο και τα κάνουν όλα γρήγορα. Πολύ γρήγορα. Δεν έχουν κατασταλάξει. Επιμένουν ότι είναι Ασιάτες, μα ντύνονται, τρώνε και σκέπτονται σαν Δυτικοί. Κατ’ άλλα λίγοι μιλούν λίγα αγγλικά, στη γλώσσα τους οι περισσότεροι κατάλογοι και όλες οι ταμπέλες, άντε βγάλε άκρη. Με βάφτισαν και Ζένια γιατί το Γιαν είναι λίγο μπανάλ…

                                  Η σαρξ

Το άλλο πάρτι ήταν μια ώρα έξω από τη Μόσχα σε φοβερή φύση – απουσιάζουν οι πέτρες, δεν έχει πουθενά στο περιβάλλον – ένα Γιώτινγκ Πάρτι που έκανε ο εκδότης του μεγαλύτερου ρωσικού περιοδικού για γιωτ. Το φόντο μια λίμνη, καταπράσινο περιβάλλον με δέντρα, Harley Davinson, Ferrari, Maserati, Lamborghini και άλλα expensive cars Jaguar πάντως που προτιμώ δεν είχε - ζωντανή μουσική, πισίνες, παγοδρόμιο, μπουφέδες που δεν άγγιξα γιατί προτίμησα την καλή σαμπάνια, και πολλές μα πολλές γυναίκες εξωπραγματικές. Το κακό στη Μόσχα είναι ότι δεν ξεχωρίζουν σε πρώτη ματιά οι πόρνες από τις κανονικές γυναίκες, ντύνονται το ίδιο και είναι από τη φύση τους όλες πολύ σεξουαλικές. Έτσι μπορείς να μιλάς με κάποια στο πλήθος και να εμφανιστεί ο άνθρωπός της ή να μιλάς με μια άγνωστη και τελικά να είναι ο άνθρωπός σου. Ασφαλώς τέτοιες καταστάσεις ευνοούν τους μοναχικούς ταξιδιώτες που αρέσκονται στις μουσικές και όπου οδηγούν αυτές. Ένα άλλο κορίτσι άκουγε Led Zeppelin και κρατούσε ένα βιβλίο του Μπουκόφσκι. Εδώ είμαστε. Ήταν κι ένα τραπέζι ψηλό που κουνιόταν από μόνο του όταν περπατούσαν σε ένα άλλο μέρος. Έτσι έπεφταν συχνά τα ποτήρια και οι καφέδες. Μυστήριο μα έδινε έναυσμα για συζητήσεις.
Τα πρωινά με επισκέπτονταν ένα τεράστιο πουλί στο μπαλκόνι, ο Βαρώνος, όπως λεγόταν, και τα έκανε φαρδιά πλατιά. Έμοιαζε με σκυλί. Μαύρο πουλί. Στο MTV τους, άκουσα και μια ωραία διασκευή του Ρώσου Lim Bizkit στο «Behind Blue Eyes» των Who. Πολύ τις Tatu έπαιζαν, αλλά και την Gwen Stefani και το Moby. Τηλεόραση χάλια σαν κι εδώ, αλλά είχε το Culture TV όπου έπαιζε μεγάλες ρωσικές ταινίες, αλλά και άλλες ποιοτικές.
Το άλλο στοιχείο που τους χαρακτηρίζει είναι ο έντονος ρομαντισμός. Παντού ζευγαράκια φιλιούνται, προσφέρουν λουλούδια στο δρόμο, περπατούν χέρι-χέρι, κάθονται αγκαλιασμένοι σε παγκάκια, ωραίες εικόνες που εκλείπουν πια στη ζωή της Αθήνας. Καλό είναι που παρά τη φτώχεια οι άνθρωποι δεν το βάζουν κάτω. Και οι αλκοολικοί έχουν αξιοπρέπεια, διαφέρουν σαφώς από εκείνους της Πράγας ή της Στοκχόλμης. Όσο για τα προσφυγικά της Αθήνας είναι σουίτες μπροστά στα δικά τους. Σκοτεινό περιβάλλον, άπειρα σπασμένα και πεταμένα μπουκάλια και βρωμιά λες και δεν έχουν μύτες εκεί !
Ωστόσο αυτό το στοιχείο δεν φαίνεται στους δρόμους. Κάποιοι στο σιδηροδρομικό σταθμό και από εδώ κι από εκεί. Οι γυναίκες έχουν πρόβλημα γιατί εκτός από πολλές, όσες έχουν άντρες είναι αλκοολικοί και οι περισσότεροι τις κακομεταχειρίζονται. «Ξέρεις αυτό το σημάδι στο πόδι είναι πυροβολισμός», μου είπε η Σβέτα που είχε μπλέξει με ένα μέθυσο biker. Τις άσχημες γυναίκες, που είναι λίγες, τις έχουν κρυμμένες και καθαρίζουν ξενοδοχεία και άλλες διατηρούν τις υπαίθριες τουαλέτες που υπάρχουν παντού. Ακόμη και μέσα στο Κρεμλίνο. Μόλις μπήκα στο ξακουστό αυτό χώρο έπιασε καταρρακτώδης βροχή. Όταν πήγα να φωτογραφίσω την λιμουζίνα με τον Πούτιν ένας αστυνομικός από το πουθενά με απώθησε. Τελικά έβγαλα τις άλλες λιμουζίνες.
Την μέρα των γενεθλίων, 6 Ιουνίου, βγήκα βόλτα στην Κόκκινη Πλατεία. Απίθανο πράγμα. Η βόλτα αυτή επαναλήφθηκε πολλές φορές. Ίσως δεν τελειώσει ποτέ. Παντού υπάρχουν πλανόδιοι πωλητές dvd σε φτηνές τιμές. Μπορείς με 4 ευρώ να πάρεις ότι θες. Παντού υπάρχει και το Mythodia του Vangelis, του μόνου Έλληνα καλλιτέχνη που γνωρίζουν στη Μόσχα. Άκουσα και το Chariots of Fire σε ένα χώρο που βρέθηκα με χορούς της κοιλιάς. Μου φώναξαν : τσιφτετέλια, τσιφτετέλια ! Αποκρίθηκα : Im interesting in rocknroll, not in tsiftetelia και φυσικά έπεσε γέλιο. Ένα βράδυ άνοιξα και το παράθυρο μου στο Rossiya Hotel και μια παρέα με κιθάρα τραγουδούσε τη Φραγκοσυριανή του Μάρκου. Δίπλα τους πηγαινοέρχονταν δεκάδες πρόστυχες, όπως τις λένε στη Μόσχα, εξωτικές γυναίκες που δίνουν κι αυτές ένα χρώμα στην πόλη που διψά για χρήμα. Τις Κυριακές στις πλατείες, όλο και θα πετύχεις, μια τζαζ ορχήστρα να παίζει, ενώ εσύ θα πίνεις την μπύρα σου.
Έως τώρα στα μέρη που περνώ καλά δεν ξαναπάω, έτσι για να βρίσκω και άλλα που είναι ίσως καλύτερα. Εξαιρείται το Λονδίνο από τον κανόνα. Ίσως κάνω μια εξαίρεση και για τη Μόσχα, που είναι πραγματικά αχόρταγη…

  

Τρίτη 29 Οκτωβρίου 2013

DOORS όπως δεν τους ξέρουμε…του Γιάννη Αλεξίου




Οι Doors όπως δεν τους ξέρουμε…1967-2013


Του ΓΙΑΝΝΗ ΑΛΕΞΙΟΥ / e-mail : jalexiou67@gmail.com




Jim Morrison : «Όταν συμβιβαστείς με την εξουσία, γίνεσαι ο ίδιος εξουσία» 



Υπάρχει μια άγνωστη λεπτομέρεια με τις δικές της διαστάσεις στο rocknroll. Ο Mick Jagger ήταν αυτός που πήγε να δει πρώτος τον Jim Morrison σε μια συναυλία από περιέργεια ! Ήταν η εποχή που η φήμη των Doors κόντευε να ξεπεράσει αυτή των Rolling Stones…! 



Οι Doors είναι το γκρουπ που προτιμούσαμε να γράφουμε με σπαστά κοφτά γράμματα και περηφάνια στα σχολικά σακίδια από εκείνα που είχαμε τότε και δεν κρατούν σήμερα στους ώμους οι μαθητές. Είναι το γκρουπ που οι γονείς δεν δωρίζουν την μουσική τους σήμερα στα παιδιά τους αν και πολλοί από αυτούς κάποτε τους άκουγαν και ονειρεύονταν. Ωστόσο είναι το γκρουπ που ανακαλύπτουν πολλά παιδιά ακόμη σήμερα καθώς το συγκρότημα αυτό σαν «παιδί του blues» έχει κάνει μια συμφωνία με το διάολο, να μην σβήσει ποτέ !
Ladies and gentlemen from Los Angeles, California…The Doors !
«Υπάρχει ένα σημείο που αν το ξεπεράσουμε δεν μπορούμε να γυρίσουμε πίσω. Σε αυτό το σημείο πρέπει να φτάσουμε», έγραψε κάποτε ο Κάφκα. Σε αυτό το σημείο έφτασε ο Jim Morrison με τους Doors
Ήταν οι καλύτεροι «δάσκαλοι» στην περιβόητη «Τάξη του ’67» τότε που η μουσική έφθασε στην πιο δημιουργική της φάση. Οι Doors ήταν το επιδραστικότερο γκρουπ στα 60s. Φέτος συμπληρώνονται 46 χρόνια από την πρώτη δισκογραφική τους εμφάνιση με το αξεπέραστο «The Doors». O Jim Morrison με την μανία του για τους παλιούς μαύρους τραγουδιστές των blues, ο Ray Manzarek με τις γνώσεις κλασικής μουσικής, των blues και της folk, ο Robbie Krieger που έπαιζε εξαιρετική flamenco κιθάρα και ο John Densmore με την μανία του για την jazz διαμόρφωσαν το χαρακτηριστικό στυλ των Doors. 
 Η μουσική των Doors ξεπερνά τη φυλή, τη θρησκεία και τις γενεές. Οι «πόρτες» έχουν αφήσει ένα διαχρονικό σημάδι που ο κόσμος λάτρεψε. Πήραν το όνομά τους από τον ποιητή, οραματιστή-καλλιτέχνη William Blake, που είχε γράψει "όταν καθαρίσουν οι πόρτες της αντίληψης, τα πράγματα θα εμφανιστούν στο άτομο δεδομένου ότι είναι αληθινά... άπειρα." Ο Άγγλος συγγραφέας Aldous Huxley εμπνεύστηκε από το απόσπασμα του William Blake (γεννημένος στο Λονδίνο το 1757) στον τίτλο το βιβλίο του «Οι Πόρτες της Αντίληψης» στην εμπειρία της μεσκαλίνης.
 Οι Doors «πάντρεψαν» τo rock με την υπαρξιακή ποίηση και με το αυτοσχεδιαστικό θέατρο. Ο Jim επηρεάστηκε πολύ από τον ποιητή Arthur Rimbaud του 19ου αιώνα και μετέδωσε τη φιλοσοφία του Γάλλου στους Doors. Ο Rimbaud υποστήριξε την "λογική  διαταραχής όλων των αισθήσεων προκειμένου να επιτευχθεί το άγνωστο"
Το άγνωστο ήταν ότι πιο ελκυστικό για τον Jim. Αγάπησε τον William Blake και τον περιγράφει σαν τον «καθοδηγητή» του στο παλάτι της σοφίας».
 Ο Morrison ήταν άτομο που δεν θα μπορούσε και δεν ήξερε πώς να συμβιβαστεί με την τέχνη του. Η δύναμη του αυτοσχεδιασμού τον οδηγούσε στην σκηνή. O Jim ανέφερε ότι "μια συναυλία των Doors είναι μια δημόσια συνεδρίαση και απαιτείται από το κοινό να πάρει μέρος σε μια ειδική δραματική συζήτηση. Όταν εκτελούμε, συμμετέχουμε στη δημιουργία ενός κόσμου και το γιορτάζουμε με το πλήθος". Κραύγαζε για να "ξυπνήσει" το ακροατήριο από το λήθαργο και την ύπνωση της τηλεόρασης και την επιβαλλόμενη έλλειψη συναίσθησης. Μερικές ημέρες προτού να «πετάξει» στο Παρίσι, έκανε την τελευταία δήλωσή του στον Τύπο, "για μένα, δεν ήταν ποτέ πραγματικά μια πράξη, εκείνες οι αποκαλούμενες αποδόσεις. Ήταν ένα πράγμα μεταξύ ζωής και θανάτου, μια προσπάθεια επικοινωνίας, για να περιλάβει πολλούς ανθρώπους σε έναν ιδιωτικό κόσμο σκέψης"
 Οι νύχτες
 του άνηκαν στο Διόνυσο και τα τραγούδια του επικαλέσθηκαν τα ισχυρά πάθη των ανθρώπων, τον εφιάλτη του «τέλους», τον καλπασμό της ζωής, τη μοίρα του και τη δελεαστική απώλεια συνείδησης. Και όπως με το Διόνυσο, οι «πόρτες» προσφέρθηκαν πρόθυμα ως θυσία. Επέλεξε το αγκάλιασμα της τραγικής μοίρας της τραγωδίας…
Στο τέλος ο Jim Morrison δραπέτευσε στο Παρίσι, παραδοσιακό σπίτι τόσων πολλών εκπατριζόμενων καλλιτεχνών, για να ακολουθήσει τη ζωή του ως ποιητής. Αλλά το σώμα του εξαντλήθηκε επίσης
 και η καρδιά του ήταν πάρα πολύ αδύνατη. Είχε ζήσει τη ζωή με τους όρους του, είχε συγκεντρώσει τις ανταμοιβές, και τώρα ο λογαριασμός του ήταν οφειλόμενος. Το πνεύμα του ήταν κουρασμένο. Ο θάνατος ήταν απλά πιο στενός και ευκολότερος στην ατελείωτη διαδοχή των σταδίων που απαίτησε. Όταν ο Jim άφησε την Αμερική και πήγε στο Παρίσι έπαψε να έχει επαφή με τους υπόλοιπους τρεις Doors, επαφή που περιορίστηκε σε κάποιες αραιές τηλεφωνικές συνομιλίες. Αυτό όμως είχε ξεκινήσει και πριν εγκαταλείψει την Αμερική. Οι Doors δούλευαν μόνοι τους πια στο στούντιο και ο Morrison πήγαινε να τους βρει μετά από πολλές τηλεφωνικές επαφές και παρακαλητά, ενώ τις περισσότερες φορές ή αργούσε απελπιστικά στο ραντεβού τους ή δεν πήγαινε καθόλου. Jim Morrison πέρασε στην…άλλη πλευρά στο Παρίσι στις 3 Ιουλίου 1971. Η επιθυμία του ήταν να αναφερθεί ως ποιητής…



                             Τα παιδικά χρόνια του Jim


 Ο πατέρας του James Douglas Morrison, ήταν ναύαρχος του  αμερικανικού ναυτικού, ένας πολύ αυστηρός άνθρωπος,  ιρλανδικής καταγωγής. Ο Jim από την άλλη ήταν ένα ευαίσθητο  και απομονωμένο παιδί που αργότερα εξέφρασε την ακραία  εχθρότητα του προς την οικογένεια και τις παραδοσιακές αξίες  της. Στα 4 του χρόνια βίωσε ένα αιματηρό ατύχημα που είχε  μεγάλη επίδραση στη ζωή του. Κάπου στη Σάντα Φε το  αυτοκίνητο που οδηγούσε ο πατέρας του με την  οικογένεια Morrison μέσα τράκαρε με φορτηγό Ινδών που  πέθαναν αιμόφυρτοι στο δρόμο. Το φριχτό αυτό γεγονός που  συνέβη μπροστά στα μάτια του νεαρού Jim τον «τραυμάτισε» και  θεώρησε ότι το πνεύμα ενός Ινδού (shaman) μπήκε για πάντα  στην ψυχή του…

                       

                             Επαναστάτης και μονογαμικός                  
           


Ο Jim Morrison θαύμαζε τις θεωρίες του Γερμανού φιλόσοφου Νίτσε για το άτομο και την ηθική. Ευαίσθητος και ντροπαλός υπήρξε στην προσωπική ζωή του ο Jim, αλλά άγριος στην σκηνή. Προσπάθησε να ρίξει φως στο άγνωστο που τόσο τον συνέπαιρνε. Πάντα είχε μαζί του ένα βιβλίο στο χέρι. Αληθινός βιβλιοφάγος. Τα ενδιαφέροντα του ήταν η επανάσταση, η αναταραχή, το χάος. Ο ίδιος έλεγε : «Όταν συμβιβαστείς με την εξουσία, γίνεσαι ο ίδιος εξουσία».

Παρά το οργισμένο του χαρακτήρα του ήταν μονογαμικός τύπος με σύντροφο της ζωής του την Pamela Courson, την οποία υποδύθηκε με επιτυχία η Meg Ryan στην ταινία του Ολίβερ Στόουν «The Doors» (1991). Τον ίδιο είχε υποδυθεί ο Βαλ Κίλμερ, δεύτερη επιλογή αρχικά του σκηνοθέτη. Πρώτη ήταν ο Ian Astbury, που τελικά πήρε τη θέση του στο συγκρότημα όταν επανασυστάθηκε πριν μερικά χρόνια – εμφανίστηκαν και σε κατάμεστο Λυκαβηττό 22/7/2004 - σε μια σειρά συναυλιών που συνεχίστηκαν μέχρι το θάνατο του Ray Manzarek. Από αυτή την επιστροφή απουσίαζε ο ντράμερ  John  Densmore που έχει δικαστικές διαμάχες με τους άλλους δύο Doors: Ray Manzarek και Robbie Krieger, και εξ’ αρχής ήταν αντίθετος με την κίνηση αυτή.  

                                 Άγνωστες στιγμές των Doors




H εμφάνιση του Jim Morrison πριν από κάθε συναυλία  των Doors ήταν τις περισσότερες φορές καθυστερημένη και  αβέβαιη. Ακόμη κι όταν ήρθε να τους δει ο Mick Jagger στο Hollywood Bowl τον Ιούνιο του ’68  μαζί  με τον παραγωγό των Rolling Stones, Jimmy Miller, ο Jim είχε  εξαφανιστεί στο «δικό του κόσμο» πριν την  έναρξη. Τελικά  εμφανίστηκε. «Παίξαμε καλά, άλλα έλειπε το  πάθος», λέει  στην «Ζωή του με τους Doors»  ο John Densmore. Αργότερα ο Jagger δήλωσε στο  «Melody Maker» για την εμπειρία της  συναυλίας αυτής:  "Καλοί ήταν, αλλά έπαιξαν πολλή ώρα».  Στην αναμονή της  συναυλίας εκείνης ο Jim είχε καπνίσει για  πρώτη φορά από  την αγωνία του…
 Ο Frank Zappa είχε ενδιαφερθεί να γίνει παραγωγός του  ομώνυμου πρώτου άλμπουμ των Doors. Το γκρουπ όμως δεν  ήθελε παραγωγό, αλλά μια εταιρία δίσκων με όνομα. Το κατάφεραν χάρις τις συστάσεις του Arthur Lee των Love που  τους πήγε στην Electra. Τότε στο δυναμικό της ανερχόμενης  εταιρίας ήταν οι Love, Judy Collins και Paul Butterfield. Αμέσως  οι Doors πήραν τα σκήπτρα. Πρώτος μάνατζέρ τους, τον  Αύγουστο του ’67 ανέλαβε ο Σαλβατόρ Μποναφέτι, μάνατζερ  των Dion and the Belmonts. «Μέχρι σήμερα μετανιώνω για την επιλογή αυτή», λέει ο John Densmore.
 Ο ντράμερ Densmore είχε κυρίως jazz επιρροές, λάτρευε  τους Elvin Jones και McCoy Tyner και προσπαθούσε να τους    φτάσει. Είχε εκστασιαστεί όταν είδε ζωντανά τον John Coltrane.  Ωστόσο ήθελε να παίξει τόσο πολύ σ’ ένα συγκρότημα και  οι Doors ήταν η λύση, χωρίς όμως να τον γεμίζουν πραγματικά :  «Έπρεπε να παίξω σ’ ένα γκρουπ». Του άρεσαν πολύ  οι Rolling Stones και μάλιστα με τα πρώτα λεφτά του πρώτου συμβολαίου του με τους Doors έβαψε μαύρο το αυτοκίνητό του, μια Σίνγκερ Γκαζέλ, επηρεασμένος από το τραγούδι των Stones «Paint it black». Σήμερα αποτιμώντας τη γνωριμία του με τον Jim Morrison λέει : «Η γνωριμία μου με τον Jim ήταν το τέλος της αθωότητάς μου…». Ίσως να μην κατάλαβε ποτέ τον Jim κι έτσι όταν έσπευσε στο τάφο του στο Παρίσι τα πρώτα λόγια που του βγήκαν ήταν: «Ποιο ήταν το γαμημένο μήνυμά σου Jim ; Η Αναρχία ; Γιατί τα υπέφερα όλα αυτά τα χρόνια;».   
 

Οι Doors στην πρώτη πρόβα τους έπαιξαν τραγούδια  του Jimmy Reed για να συντονιστούν σαν μουσικοί. Η πρώτη  εντύπωση του Densmore για τον Morrison : «Εξωτερικά ο Jim έμοιαζε με φυσιολογικό φοιτητή. Ήταν εμποτισμένος με μια  επιθετικότητα για τη ζωή και τις γυναίκες. Ήξερε κάτι για τη ζωή που δεν το ήξερα. Η περιέργεια του ήταν ακόρεστη και διάβαζε με λαιμαργία. Τα μισά απ’ αυτά που έλεγε, δεν τα’ πιανα, αλλά το  πάθος του το ένοιωθα…Η ζωή μου με τους Doors ήταν  ψυχεδελισμός, κοπέλες, διαλογισμός».   
Η υπόθεση μπασίστας ή αλλιώς το «χαμένο» μέλος των Doors. Ήταν το συγκρότημα που δεν είχε μπασίστα στην
σύνθεσή του ! Κάποια στιγμή στο ξεκίνημά τους δοκίμασαν μια κοπέλα κυνηγώντας την πρωτοτυπία. Έπαιξαν μαζί της στην πρόβα το «Unhappy Girl» και το «Break on Through», μερικά blues και τα «Back door man» και την έκδοσή τους στο «Little Red Rooster». Ό ήχος τους έμοιαζε με εκείνον των Rolling Stones. Τελικά ο Ray Manzarek βρήκε ένα μπάσο με πλήκτρα, Fender Rhodes και τελειοποίησαν τον ήχο τους. Ο Ray έπαιζε με το αριστερό χέρι μπάσο και με το δεξί το όργανο. Αυτό ήταν ! Ο ήχος δεν έμοιαζε με άλλου συγκροτήματος. Ήταν Doors… 





ΓΝΩΡΙΜΙΑ ΜΕ ΤΑ 4 ΜΕΛΗ ΤΩΝ DOORS 


JIM MORRISON

Εκλεκτικός βαρύτονος ποιητής, ιρλανδικής καταγωγής, με ένα έμφυτο συνθετικό ταλέντο. Οραματιστής και πνευματικός ηγέτης της εποχής του, ασυμβίβαστος, persona, ο «Διόνυσος της rock μουσικής». Ύμνησε την σκοτεινή πλευρά της ανθρώπινης φύσης…Ήρωές του ο Διόνυσος, ο Νίτσε και ο Ριμπό. Τον αποκάλεσαν «ηλεκτρικό shaman», «πρίγκιπα του σκότους» και οι φίλοι του τον φώναζαν «Jimbo».

Γεννημένος : 8 Δεκεμβρίου 1943, Μελβούρνη, Φλώριδα 
Χρώμα τρίχας :
 Καφετί
Μάτια: μπλε-γκρι   
Σχολείο :
 UCLA της Φλώριδας  
Αγαπημένα γκρουπ :
 Beach Boys, Kinks, Love
Αγαπημένοι τραγουδιστές: Frank
 Sinatra, Elvis Presley 
Αγαπημένοι ηθοποιοί:
 Jack Palance, Sarah Miles 
Στην τηλεόραση έβλεπε:
 ειδήσεις 
Αγαπημένο
 χρώμα: τυρκουάζ 
Φαγητό:
 κρέας 
Χόμπι:
 Ιπποδρομίες 
Αγαπημένο σπορ:
 κολύμβηση 
Αυτό που πρόσεχε 
 σ’ ένα κορίτσι: τρίχα, μάτια, φωνή, περπάτημα 
Αυτό που επιθυμούσε:
 συζήτηση 
Σχέδια/φιλοδοξίες:
 να κάνει ταινίες

RAY MANZAREK

Ο Ray Manzarek, ένας κλασικά εκπαιδευμένος πιανίστας, που ανατράφηκε στο Σικάγο με μια βαθιά αγάπη για τα blues, έγραψε τα θέματα για πολλά από τα τραγούδια των Doors και έπαιξε τις πιο βαθιές (με το αριστερό χέρι) μελωδικές γραμμές.

 Γεννημένος : 12 Φεβρουαρίου 1939, στο Σικάγο 
 Μάτια:
 Μπλε 
 Σχολεί
o: UCLA 
 Οικογενειακή κατάσταση :
 παντρεμένος 
 Όργανα:
 όργανο, πιάνο
 Αγαπημένοι τραγουδιστές:
 Muddy Waters, Jacques Brel
 Αγαπημένοι ηθοποιοί:
 Marlene Dietrich, Orson Welles 
 Του αρέσει να βλέπει:
 ντοκιμαντέρ, ειδήσεις, αθλητισμός 
 Χρώμα:
 μπλε 
 Τρόφιμα:
 στρείδια, σαλιγκάρια 
 Χόμπι:
 προβολή της αίσθησης του μέλλοντος 
 Αθλητισμός:
 τένις, κολύμβηση 
 Αυτό που ψάχνει 
 σ’  ένα κορίτσι: συμβατότητα,  πραγματικότητα 
 Σχέδια/φιλοδοξίες:
 ταινίες

JOHN DENSMORE

Ο John Densmore, ένας τζαζ ντράμερ με συγχρονισμό στο rock ρυθμό του γκρουπ και τη θεατρικότητα του Jim Morrison επί σκηνής

 Ημερομηνία γέννησης: 1 Δεκεμβρίου 1944, Santa Μόνικα, Καλιφόρνια 
 Σχολείο:
 High School, Santa Μόνικα City College,  Los Angeles College, SAN FernandoValley State 
 Οικογενειακή κατάσταση:
 παντρεμένος 
 Όργανα:
 τύμπανα, πιάνο, vibes 
 Αγαπημένο γκρουπ:
 Beatles 
 Μεμονωμένοι τραγουδιστές:
 Van Morrison, Jimmy Reed 
 Αγαπημένος  ηθοποιός:
 Charles Bronson, Peter Sellers, Claudia Cardinale 
 Αγαπημένο χρώμα:
 μπλε 
 Τρόφιμα:
 λαχανικά, κινέζικα, κρέας, ψάρια 
 Χόμπι:
 ν’ ακούει όλα τα είδη μουσικής 
Αθλητισμός: 
τένις, μπάσκετ 
 Αυτό που ψάχνει 
 σ’ ένα κορίτσι: ευαισθησία 
                                                 Σχέδια/φιλοδοξίες:
 μουσική παραγωγή ή εφαρμοσμένη μηχανική (μουσική) ή διαχείριση ή κάτι τέτοιο

ROBBIE KRIEGER

Ο Robby Krieger, ο κιθαρίστας με τα κατσαρά μαλλιά, συνθέτης με μυστικό όπλο ότι μπορούσε να παίξει οποιαδήποτε κιθάρα, από flamenco μέχρι jazz-blues, με ταλέντο στη δημιουργία ανήκουστων ήχων σε αυτόν τον πλανήτη. Μεγαλούργησε με τις ιδέες του στο δίσκο «Soft Parade».

 Ημερομηνία γέννησης: 8 Ιανουαρίου 1946, στο Λος Άντζελες 
 Μάτια:
 Πράσινα
 Σχολεί
o: High Univercity, Menlo UCLA, Santa Barbara 
 Όργανο:
 κιθάρα 
 Αγαπημένοι τραγουδιστές:
 Van Morrison, Jimmy Reed, James Brown 
 Αγαπημένος ηθοποιός:
 Marlon Brando 
 Τρόφιμα:
 φιστίκια 
 Χόμπι:
 μουσική 
 Αθλητισμός:
 σερφ 
 Αυτό που έψαχνε σε ένα κορίτσι:
 ψυχή
 Σχέδια, φιλοδοξίες: παραγωγές






*Πήγες : Αρχεία Electra, η βιογραφία του John Densmore «Riders on the Storm – Η ζωή μου με τους Doors» (εκδόσεις Νέα Σύνορα – Α.Α. Λιβάνη)