Πέμπτη 18 Δεκεμβρίου 2014

"Party Time" του Χ. Πίντερ με το Γιώργο Κιμούλη Του Γιάννη Αλεξίου



 "Party Time" του  Χ. Πίντερ με το Γιώργο Κιμούλη


Του Γιάννη Αλεξίου 






Πήγαμε στην πρεμιέρα του "Party Time" του Πίντερ με Γ. Κιμούλη στο "Από Μηχανής Θέατρο", στον όμορφο αθηναϊκό πεζόδρομο στο Μεταξουργείο. Φύγαμε γοητευμένοι !

ΕΝΑ "ΚΟΚΤΈΪΛ - ΜΟΛΟΤΟΦ" από τέσσερα έργα του Χάρολντ Πίντερ που "παρασκεύασε" ο έξοχος πρωταγωνιστής του "Party Time" ΓΙΏΡΓΟΣ ΚΙΜΟΥΛΗΣ, σε μια πρώτης ποιότητας παράσταση που σκηνοθετεί ο ίδιος, δείχνει την ωμή και απροκάλυπτη βία της εξουσίας, σε ένα καθαρά ψυχολογικό έργο. Τα αντιπαθητικά πρόσωπα των εξουσιαστών, πιόνια της ίδιας της εξουσίας, που βασανίζουν, καταπιέζουν και βιάζουν τον αδύναμο, τη γυναίκα, τον μετανάστη, τον ανήμπορο να τους σπάσει τα μούτρα (έτσι νομίζουν). Μια έξοχη παράσταση για να μην ξεχνάμε την πραγματικότητα και τους εκφραστές της, για την οποία όπως λέει ο ίδιος ο Πίντερ :
"Δεν υπάρχουν μεγάλες διαφορές ανάμεσα από τι είναι "πραγματικό" και στο τι μη "πραγματικό". Ούτε ανάμεσα στο τι είναι αληθές και στο τι είναι ψευδές. Νομίζω πώς δεν είναι απαραίτητο να είναι κάτι ή αληθινό ή ψευδές. Πιστεύω πώς αυτός ο ισχυρισμός έχει κάποιο νόημα και μπορεί να εφαρμοστεί στη διερεύνησης της πραγματικότητας μέσω της τέχνης. Έτσι ως συγγραφέας τον υποστηρίζω. Αλλά ως πολίτης δε μπορώ ! Ως πολίτης οφείλω να αναρωτηθώ : Τι είναι αληθές ; Τι είναι ψευδές".
Ένα έργο που σπάει κόκαλα και καταδικάζει κάθε μορφή βίας απ' όπου κι αν προέρχεται. Η παράσταση μάλιστα ξεκινά με ένα βίντεο όπου δείχνει πόσο ανελέητα χτυπούν οι αστυνομικοί τον κόσμο στις διαδηλώσεις, χωρίς καμία διάκριση. Να πούμε ότι ο Γιώργος Κιμούλης εκτός του καθηλωτικού παιξίματός του είναι φτυστός ο Γιώργος Παπανδρέου ! Έχει αφήσει το ίδιο μουστάκι και έχει πλέον τελείως άσπρα μαλλιά με τον ίδιο σχηματισμό καράφλας με το πολιτικό. Επιπλέον είναι ψηλός και αδύνατος, όπως ο εν λόγω πολιτικός ! Αυτό, όλο, ίσως τον βοηθά στο ρόλο, ώστε πέραν της ερμηνευτικής του δεινότητας να μοιάζει ακόμη πιο αντιπαθής μέσα από την οπτική ομοιότητα του με τον Γ. Παπανδρέου. Πολύ καλές ερμηνείες από τους συνολικά 14 ηθοποιούς που παίρνουν μέρος στην παράσταση.
Το "Party Time" είναι οπωσδήποτε μια επίκαιρη παράσταση που επιδέχεται πολλές προεκτάσεις στις ερμηνείες της καθώς προκαλεί ποικίλες συζητήσεις μετά το τέλος της...

"Παράνομα Φιλιά - Κόκκινα Φανάρια" του Γιάννη Αλεξίου



"Παράνομα Φιλιά - ΚΟΚΚΙΝΑ ΦΑΝΑΡΙΑ" 


Του Γιάννη Αλεξίου 





Πήγαμε στην πρεμιέρα του θεατρικού "ΚΟΚΚΙΝΑ ΦΑΝΑΡΙΑ" στο Δημοτικό Θέατρο του Πειραιά και ήταν το κάτι άλλο...
"ΜΑΥΡΑΓΟΡΙΤΕΣ, ΤΟΜΑΡΙΑ, ΑΛΑΝΙΑ ΚΑΙ ΧΑΣΙΚΛΕΣ...", από το τραγούδι που ακούγεται επί σκηνής και αποτυπώνει το τοπίο του μεταπολεμικού Πειραιά μέχρι το '55 με το Νόμο του Κων, Καραμανλή της ΕΡΕ που έκλεισε τα πορνεία στην Τρούμπα, με τις πολλές γυναίκες και επέτρεψε να δουλεύουν στο καθένα έως δύο...
Πραγματικά εξαιρετική η παράσταση "Παράνομα Φιλιά - ΚΟΚΚΙΝΑ ΦΑΝΑΡΙΑ" που ανέβηκε απόψε στο Δημοτικό Θέατρο του Πειραιά κι ευτυχώς που "έψησα" την Έφη να πάμε γιατί βαριόταν αρχικά, αλλά την έπεισα και αποζημειωθήκαμε και οι δυο με το παραπάνω στη βροχερή αυτή βραδιά.
Ένα έργο που ανέβηκε στην έδρα του, με μεγάλη ιστορία πίσω του, σε σκηνοθεσία Νίκου Μαστοράκη, που συγκίνησε στην εν λόγω θεατρική μεταφορά του. Ένα επιβλητικά φορτωμένο σκηνικό - που όμως δεν έμοιαζε με πορνείο για να λέμε την αλήθεια και αλλιώς το φανταζόμουνα - μας πήγαινε κατευθείαν στην καρδιά της αλητείας που όλους μας γοήτευσε για μικρό ή μεγάλο διάστημα της ζωής μας. Ωραίες ερμηνείες που αποτύπωναν την προσωρινή λάμψη του υπόκοσμου, που από πίσω κρύβει θλίψη και μοναξιά. Γυναίκες loser που προσδοκούν να φύγουν από το θλιβερό αυτό περιβάλλον συνήθως μέσω κάποιου πελάτη τους που θα τις ερωτευτεί, αλλά ποτέ δεν γίνεται αυτό όσο κοντά κι αν φαίνεται. 

ME THN ΕΥΚΑΙΡΙΑ ΠΑΡΑΘΕΤΩ ΕΝΑ ΚΕΙΜΕΝΑΚΙ ΜΟΥ με τίτλο "Ο ΠΑΛΙΟΣ ΚΑΚΟΦΗΜΟΣ ΠΕΙΡΑΙΑΣ" για την ΤΡΟΥΜΠΑ που δημοσιεύτηκε στο εκπληκτικό τελευταίο τεύχος του "ΦΑΡΦΟΥΛΑ" που ήταν αφιερωμένο στην ΑΛΗΤΕΙΑ (θα το βρείτε Μαυρομιχάλη 18, στα γραφεία του εκδοτικού οίκου) :
Ανέκαθεν με γοήτευε η άγρια πλευρά της πόλης, όσα δεν έχουν δει τα μάτια μου. Ιδιαίτερα εκείνα που δεν έζησα γιατί συνέβησαν σε άλλη εποχή και τα μαθαίνω από τις διηγήσεις των παλιότερων που σε πάνε πίσω στο χρόνο. Έτσι, μια μέρα πήγα και περπάτησα στην οδό Νοταρά, κάτω στην Τρούμπα. Παρατηρούσα τα εγκαταλειμμένα κτίρια, τις σπασμένες ταμπέλες, τα παλιά μπαρ που μόνο στις ελληνικές ταινίες έχω δει να λειτουργούν. Εκεί κάτω, στον παλιό κακόφημο δρόμο βρήκα κι ένα παλιό αλάνι...
της εποχής, από την Κοκκινιά που είχε ζήσει την χρυσή εποχή της περιοχής από πρώτο χέρι. Σ’ ένα παλιό καφενείο μου μίλησε για την ατμόσφαιρα της Τρούμπας. «Κάθε βράδυ εδώ ήμουν», μου είπε και κοίταξα το ροζιασμένο πρόσωπό του. Ετών 85, αλλά το λέει ακόμη η καρδιά του. Τον κέρασα κρασί και τον άφησα να μιλά.
Εδώ έκανε κουμάντο ο Αλογάκος με τ’ όνομα, από το Πέραμα. Αρχηγός κι ο Κοτζαμάνης, ένας κοντοπίθαρος, που έμενε σε μια σπηλιά στην Κοκκινιά. Δεν τα 'βαζε κανείς μαζί τους. Ηταν λάθος να τα βάλει κανείς μαζί τους. Στην Τρούμπα ερχόταν κι ο Βαμβακάρης με το γιο του με πιατάκι. Δύσκολα τα χρόνια μετά την κατοχή.
Παντού είχε πόρνες. Δεν είχαν συγκεκριμένη ταρίφα. Ο,τι πιάσουν. Σ’ έκοβαν πρώτα καλά καλά. Τέσσερις - πέντε από αυτές που ήξερε, παντρεύτηκαν Αμερικάνους. Το όνειρο πολλών γυναικών ήταν όταν ερχόταν ο 6ος στόλος να βρουν κάποιον οικονομημένο και να τις παντρευτεί.
Και ναρκωτικά υπήρχαν παντού. Στο κόλπο και οι αστυφύλακες, μιλημένοι… Οσο περνούσε ή ώρα, μπαίναμε και σε λεπτομέρειες ενός ολόκληρου κόσμου που είχε τη δική του ζωή εκεί στην οδό Νοταρά. Πέρα από νόμους και όρια. Ηταν συνηθισμένο, για παράδειγμα, ν’ ανοίγει το παράθυρο και να αδειάζει η τσατσά το γιο-γιο από το παράθυρο του «σπιτιού» στο δρόμο κι όποιον πάρει.
Κι αν δεν ήσουν «δικός» τους; «Ας ήταν άλλος, ήταν εντάξει αν ήταν Αμερικάνος…».
                                                                                            Γιάννης Αλεξίου


"ΒΑΣΙΛΗΣ ΤΣΙΤΣΑΝΗΣ - ΑΙΩΝΙΟΣ ΚΑΛΠΑΣΜΟΣ" γράφει ο Γιάννης Αλεξίου



ΒΑΣΙΛΗΣ ΤΣΙΤΣΑΝΗΣ  - ΑΙΩΝΙΟΣ ΚΑΛΠΑΣΜΟΣ

 Του Γιάννη Αλεξίου 


Όπως έχει τεθεί το ερώτημα Rolling Stones ή Beatles, στην ξένη μουσική, ένα αντίστοιχο δίλημμα βασανίζει και την ελληνική μουσική : Μάρκος ή Τσιτσάνης.
Ο πολύπλευρος Γιώργος Λιάνης με την ιδιότητα του συγγραφέα δημοσιοποίησε τον «έρωτα» του με τον Βασίλη Τσιτσάνη και μετά από 40 χρόνια καταγραφής στοιχείων γύρω από τον Τρικαλινό μουσικοσυνθέτη, πληθώρα συνεντεύξεων μαζί του μέχρι το 1984 που απεβίωσε, αλλά και παρότρυνσης από τον «πρόεδρο» Λευτέρη Παπαδόπουλο, κυκλοφόρησε το βιβλίο «Τσιτσάνης αιώνιος καλπασμός» (εκδόσεις Α.Α. Λιβάνη), σε μια διαφορετική ανάγνωση και καταγραφή στην μέχρι τώρα βιβλιογραφία για τον Τσιτσάνη.
Ο Μίκης Θεοδωράκης τον αποκάλεσε «υμνωδό των βασάνων του λαού μας», σε μια συναυλία που οργάνωσε προς τιμή του Βασίλη Τσιτσάνη στον Κοκκινόβραχο της Νίκαιας το 1983
«Για μένα, ο Βασίλης Τσιτσάνης είναι ο μεγαλύτερος Έλληνας συνθέτης, ανώτερος του Μίκη Θεοδωράκη και του Μάνου Χατζιδάκι, οι οποίοι πάτησαν πάνω στο έργο του συνθέτη και καταξιώθηκαν», δήλωσε στην παρουσίαση του βιβλίου ο συγγραφέας, σε μια εκδήλωση που εξελίχθηκε σε γιορτή για τον Βασίλη Τσιτσάνη. Άρχισε με λόγους και στο φινάλε της ο Χρήστος Νικολόπουλος που επίσης διδάχθηκε πολλά από τον Β. Τσιτσάνη, έπιασε το μπουζούκι και παρέα με τις Χαρούλα Λαμπράκη, Ελένη Γεράλδη, Λιζέττα Νικολάου - όλες κάθισαν στο πάλκο δίπλα στον αείμνηστο δημιουργό – και τον Ηλία Μακρή τραγούδησαν χωρίς μικρόφωνο την «Συννεφιασμένη Κυριακή», σαν να λέμε τον εθνικό ύμνο του λαϊκού τραγουδιού μας, που έγραψε ο Τσιτσάνης με την Ελλάδα στο μυαλό του.
 «Ένα τραγούδι μπορεί να αλλάξει τη ζωή ενός ανθρώπου. Εμένα μου την άλλαξε όχι ένα τραγούδι του Τσιτσάνη, αλλά το Μέρα Μαγιού (του Μ. Θεοδωράκη) με τον Γρηγόρη Μπιθικώτση. Αυτό με έκανε να πω στη μάνα μου τέρμα οι σπουδές στο Αριστοτέλειο, πάω στην Αθήνα να γράψω !».
 Ο Βασίλης Τσιτσάνης γεννήθηκε στα Τρίκαλα το 1915. Ήταν το όγδοο από τα δεκατέσσερα παιδιά. Επέζησαν τα τέσσερα και πήρε το όνομα του πρωτότοκου που πέθανε. Ήταν γιος ξακουστού τσαρουχά της εποχής από τα Γιάννενα, τα οποία προτιμούσε ακόμη και η ανακτορική φρουρά στην Αθήνα ! Άρχισε να παίζει μαντόλα από 10 χρόνια και μετά πήρε ένα βιολί. Η πρώτη του δημόσια εμφάνιση ήταν ένα σπαρακτικό σόλο στο μπουζούκι με το οποίο αποχαιρέτησε ένα συμμαθητή του, στην κηδεία, σε ηλικία 16 ετών ! Το πρώτο τραγούδι που έγραψε ήταν το «Σ’ ένα τεκέ σκαρώσανε», το 1936 και γραμμοφώνησε στην Odeon. Στην Αθήνα πήγε 18 ετών έχοντας γράψει ήδη 40 αριστουργήματα, όπως το «Πέριξ» έχοντας γνωρίσει την πλάτη της Τρικαλινής αριστοκρατίας. Το 1938 έγραψε την περίφημη «Αρχόντισσα» στο Πειθαρχείο της Θεσσαλονίκης, την πόλη όπου έμεινε και δημιούργησε καθ’ όλη τη διάρκεια της κατοχής. Αργότερα έγραψε το θρυλικό τραγούδι «Κάποια Μάνα Αναστενάζει» νε επίκεντρο την μάνα και τον πόνο της, χωρίς πολιτική θέση και δημιούργησε ουρές στη Αθήνα να ακούσει το ενωτικό αυτό τραγούδι, από την Ομόνοια ως την Κολούμπια. Συνιλιά έγραψε 570 τραγούδια.
Φορούσε τσουράπια, αντί παπούτσια, για να ξεκουράζει τα πόδια του από το πάλκο κι έπαιζε τάβλι μέχρι τα χαράματα για να ξεκουραστεί ! Μόλις ξημέρωνε πήγαινε να ηχογραφήσει και το βράδυ στο κέντρο να παίξει…!. Κάποια στιγμή αρρώστησε από σάκχαρο και 50 χρόνια δεν ξανακάπνισε…Αυτές είναι μερικές από τις άγνωστες ή λιγότερες γνωστές πληροφορίες του «Αιώνιου Καλπασμού»  
«Από το 1936 έως το 1983, 15.000 νύχτες που ιερούργησε ο Τσιτσάνης μέσα στη νύχτα. Ο μόνος καθώς οι περισσότεροι από τη γενιά άρχισαν να εξαφανίζονται από τη δεκαετία του ’50 και μετά. Η Μαρίκα Νίνου και ο Στράτος Παγιουμτζής ήταν οι αγαπημένοι του Τσιτσάνη και το μέτρο σύγκρισής του για όλες τις τραγουδίστριες και τους τραγουδιστές που ερμήνευαν τραγούδια του», είπε στην εκδήλωση μεταξύ άλλων ο δημοσιογράφος - ερευνητής του ρεμπέτικου και λαϊκού τραγουδιού Δημήτρης Ν. Μανιάτης και συμπλήρωσε ότι ο Τσιτσάνης έλεγε εύστοχα ότι «το τραγούδι πρέπει να έχει τον απόηχο πολλών τραγουδιών», αυτή ήταν η άποψη του για τον τραγούδι, Και πόσο δίκιο είχε, αλλά αυτό ήταν και μια μυστική ίσως συνταγή για τον μεγάλου Τσιτσάνη στην πορεία του.  
«Τα τραγούδια του είναι αντιδουλικά και ελεύθερα», υπογράμμισε ο Γιώργος Λιάνης υπενθυμίζοντας ότι ο Τσιτσάνης έβγαλε την πρώτη γυναίκα από το πατάρι στο πάλκο και αυτή ήταν η Σωτηρία Μπέλλου, άλλη μεγάλη αδυναμία του.
Παρόντες ήταν η κόρη του Τσιτσάνη Βικτωρία, ο γιός του Κώστας και η εγγονή του Ζωή Τσαβλίρη.
Ανάμεσα στο κοινό ήταν αγαπημένοι φίλοι του Λιάνη απ’ όλες τις πλευρές του, τόσο της  πολιτικής, της δημοσιογραφίας – η θρυλική τριπλέτα των Ρεπορτέρς : Δημαράς, Χαρδαβέλλας – Λιάνης – και φυσικά του ποδοσφαίρου που λατρεύει : Γιώργος Σκρέκης (οι Πανιώνιοι προηγούνται), Κώστας Νεστορίδης, Μίμης Δομάζος, Αντώνης Αντωνιάδης, Κώστας Λουκανίδης ο Τσιτσάνης υποστήριζε τη Λάρισα - αλλά και γενικότερα του αθλητισμού όπως οι παλαίμαχοι παλαιστές Πέτρος Γαλακτόπουλος, Στέλιος Μηγιάκης και Πύρρος Δήμας. Και φυσικά η Ζωή Λάσκαρη…και θα χαμογελούσε από ψηλά ο Τσιτσάνης καθώς ήταν μέγας λάτρης του ωραίου φύλλου, όπως ειπώθηκε στην εκδήλωση, καθώς έγραψε περί τα 500 τραγούδια αφιερωμένα σε γυναίκες !


                                                           

Ο Pee Wee Ellis στο «Gazarte» 12.12.2014 του Γιάννη Αλεξίου






Ο Pee Wee Ellis στο «Gazarte» 12.12.2014  


 Καθόταν καλοντυμένος με το γκρι κοστούμι και τη γραβάτα του, στο βάθος, πιο πέρα από τον πιανίστα, όταν εκείνος αναφώνησε «Bona sera» ! Τότε ο ευτραφής 73χρονος στενός συνεργάτης του James Brown έβγαλε ένα μαύρο μαντήλι και σκούπισε τον ιδρώτα στο μέτωπό του !
«Είστε έτοιμοι για Funk ;», ρώτησε ο πιανίστας. Το κοινό ανταποκρίθηκε και αμέσως σηκώθηκε ο «γίγαντας» από την καρέκλα του και άρχισε να πλησιάζει στην σκηνή χορεύοντας στο funk ρυθμό που έπαιζε η μπάντα του.
Ο Pee Wee Ellis πήρε μπροστά και οι πρώτες νότες ανάβλυσαν από το τενόρο σαξόφωνό του ! Η συναυλία του άρχισε με το «Sticks» του Cannonball Adderley από τα 60ς και συνέχισε με James Brown. Η παρέα μπροστά μου άρχισε να χορεύει. Τέσσερα μεγάλα κεριά και δίπλα τους ένα μισοσβησμένο, αριστερά και δεξιά στην σκηνή, πάνω σε ένα vintage έπιπλο συμβάλλουν στην ατμόσφαιρα. Ο πιανίστας Gianni Partner κι ο μπασίστας Giorgio St. Easy φορούν καπέλα ιταλικής φινέτσας, που προσδίδουν την προέλευση του ιταλικού κουαρτέτου Mob Pepper.
Τα μικρά μωβ φώτα από πάνω του και ο πολυέλαιος φωτίζουν τον «άρχοντα της σκηνής» στο κατάμεστο και ανανεωμένο «Gazarte» που παίζει το jazzfunk κομμάτι του «Blue Bell Pepper» από το άλμπουμ του «Different Rooms» (2005). Τα φώτα αίφνης γίνονται κόκκινα και μπλε και ο Pee Wee Ellis ξεκινά το «Chicken» του James Brown.
Στα 45 λετπά από την έναρξη σηκώθηκε όρθιος να παίξει το πιο ατμοσφαιρικό κομμάτι της βραδιάς. Ο βαθύς ήχος του σαξοφώνου του γεμίζει το κλαμπ.
 Στο τέλος του κομματιού δίνει ένα σόλο στον ντράμερ Christian Cappiozo και κάθεται αναπαυτικά πάλι στην καρέκλα του πίσω από την σκηνή με τέτοιο τρόπο που δίνει την εντύπωση ότι δεν θα ξανασηκωθεί. Όμως τα λόγια του κιθαρίστα Danny Santimone τον πυροδοτούν μαζί με το κοινό : «Is any funky in the house ? Its the time for funky !». Αυτό ήταν ! Ο Pee Wee Ellis πιάνει το τενόρο του και ξεσηκώνει το κοινό με το «Make it Funky» που συνηθίζει να παίζει μαζί με την θρυλική τριάδα των JB Horns που συμπληρώνουν ο Maceo Parker και ο Fred Wesley, όταν η παλιοπαρέα σμίγει επί σκηνής.
Μετά ευχήθηκε «Καλά Χριστούγεννα στη βροχερή Αθήνα !» παίζοντας κάτι από το τελευταίο του άλμπουμ «The Spirit of Christmas» (2013) και για το φινάλε φύλαξε την μεγάλη επιτυχία «Cold Sweat» που έχει γράψει μαζί με τον James Brown (οι άλλες δύο που έχει συνθέσει μαζί με το «Νονό της Soul» είναι το «Say it loud, Im black and Im proud» και «Mother popcorn»). Αυτό ήταν και το μόνο κομμάτι που τραγούδησε ο Pee Wee Ellis στην συναυλία του στην Αθήνα, ο οποίος αποχαιρέτησε το κοινό μετά από 75 λεπτά παιξίματος του και ξαναβγήκε για encore κλείνοντας με το κλασικό «I Feel Good» σε μια αργή εκτέλεση.
O Pee Wee Ellis έχοντας πίσω του καμιά τριανταριά ηχογραφήσεις σε κομμάτια του James Brown, πολυετή συνεργασία με τον Van Morrison (1979-2006) σε 13 άλμπουμ, ηχογραφήσεις στα 70ς με Jack McDuff, Shirley Scott, Brass Fever και στα 90ς με Maceo Parker και JB Horns και 13 σόλο δίσκους του (1977-2013) διάλεξε τώρα τέσσερις λευκούς μουσικούς να παίξει funky μαζί τους ! Δύσκολο εγχείρημα. Όχι γιατί δεν είναι το funk για λευκούς, αλλά γιατί το καλό funk παίζεται δύσκολα από λευκούς. Τελικά όλα είναι ένας μύθος !  

                                                                 Γιάννης Αλεξίου