Κυριακή 18 Δεκεμβρίου 2016

ΤΑ ΡΟΚ ΗΜΕΡΟΛΟΓΙΑ – Ιστορική επανέκδοση - Του Γιάννη Αλεξίου

















ΤΑ ΡΟΚ ΗΜΕΡΟΛΟΓΙΑ – Ιστορική επανέκδοση


 Το θρυλικό βιβλίο  του Γιώργου Τουρκοβασίλη επανεκδόθηκε μετά από 32 χρόνια εμπλουτισμένο με σπάνιο φωτογραφικό υλικό !

Του Γιάννη Αλεξίου


Τα «Ροκ Ημερολόγια» το βιβλίο του Γιώργου Τουρκοβασίλη όταν πρωτοκυκλοφόρησε τον Μάρτιο του  1984 έκανε πάταγο !  Εξαντλήθηκαν πολύ γρήγορα και μέχρι σήμερα πολύς κόσμος τα έψαχνε.  Ήταν τότε κάτι σαν το ροκ ευαγγέλιο για όλη εκείνη τη γενιά των 80ς καθώς ήταν το πρώτο βιβλίο που κατέγραφε όλες τις «φυλές» της εποχής, τους ροκάδες, χεβυμεταλλάδες, πάνκηδες, νιουγουεβάδες και ότι μουσικά κινήματα είχαν εμφανιστεί σε μια εποχή που η μουσική ήταν το επίκεντρο στις συζητήσεις ανάμεσα στις παρέες , μέσα στα δισκάδικα, στα κλαμπ και τα στέκια της εποχής.
Τα «Ροκ Ημερολόγια» τα είχα αγοράσει μόλις κυκλοφόρησαν από ένα κεντρικό βιβλιοπωλείο της Αθήνας σε μια Σαββατιάτικη εξόρμηση στα δισκάδικα της πόλης, που ήταν παράδοση τότε για τους μαθητές, καθώς όλη την υπόλοιπη βδομάδα ήμασταν στα θρανία. Ως μαθητές της Β Λυκείου τότε κατεβαίναμε με τον  αείμνηστο φίλο και συμμαθητή μου Βαγγέλη Γεωργίου στο Happening το θρυλικό δισκάδικο στην οδό Χαριλάου Τρικούπη 13 να πάρουμε δίσκους, εγώ ως ροκάς κι εκείνος ως χεβυμεταλάς που αγαπούσε το κλασικό ροκ. Και οι δύο παρακολουθούσαμε επίσης την ελληνική ροκ σκηνή και συγκροτήματα όπως οι Μουσικές Ταξιαρχίες και οι Φατμέ ήταν τα αγαπημένα μας και τα παρακολουθούσαμε στις ζωντανές εμφανίσεις τους.  Έτσι είχε γίνει κι εκείνη την μέρα και με μια τσάντα δίσκους ο καθένας στα χέρια πήγαμε στο Dragon Fly ένα καινούργιο τότε φοβερό στέκι, κάτι σαν μουσικό καφενείο, που ήταν εκεί κοντά, όπου έδειχνε οπτικό μουσικό υλικό, πράγμα που ήταν πολύ καινούργιο τότε. Μπορούσες να κάτσεις κατάχαμα αν το προτιμούσες από τις καρέκλες στα τραπεζάκια και να πιεις την μπύρα σου βλέποντας συγκροτήματα κυρίως punk και new wave, ενώ υπήρχε μέσα και μεγάλη γκάμα από δίσκους συγκροτημάτων ελληνικών του είδους, όπως  οι Villa 21, Magic De Spell, Λήτης και Τρυκ, Γενιά του Χάους και πολλά ακόμη. Μέσα φυσικά σύχναζαν οι διάφορες «φυλές», κυρίως του νέου ροκ.

Το στέκι αυτό καταγράφεται στα «Ροκ Ημερολόγια», με τον υπότιτλο «Ελληνική Νεολαία και Ροκ Στις Αρχές της Δεκαετίας του ’80» μαζί με συνεντεύξεις  παιδιών που ήταν θαμώνες στο Dragon Fly, όπου καθρεπτίζεται η αγνότητα του μουσικού τους κόσμου και οι προβληματισμοί για την κοινωνία και τη ζωή που ζουν και τις τάσεις της εποχής όπως ο χουλιγκανισμός, η βία και η αναρχία, ενώ συνοδεύεται από φωτογραφίες μοναδικές. Και δεν είναι το μόνο στέκι αυτό που αναφέρεται στο βιβλίο που επανεκδόθηκε με πολύ κόπο από τις εκδόσεις «Στο Περιθώριο» του Δημήτρη Αργυρόπουλου και αποτελεί την τέταρτη εκδοτική απόπειρα του εκδοτικού οίκου. Η επανέκδοση αυτή του εδώ και πολλά χρόνια καταργημένου βιβλίου που έψαχνε πολύς κόσμος και σπάνια το έβρισκε σε κάποιο βιβλιοπωλείο καθώς όσοι το είχαν αποκτήσει τότε – είχε κυκλοφορήσεις από τις εκδόσεις «Οδυσσέας» - το έχουν φυλάξει στη βιβλιοθήκη τους ως κόρη οφθαλμού. Έτσι η επανέκδοση του είναι ένα μουσικό γεγονός, συναισθηματικής προέκτασης μιας εποχής που είναι αξέχαστη και όλοι αγαπάνε, αλλά και όσους δεν την έζησαν και θέλουν να μάθουν γι’ αυτή, τα θρυλικά 80ς.


Η ιστορική επανέκδοση περιέχει είναι εμπλουτισμένη με φωτογραφικό υλικό, πολύ πλουσιότερο από την πρώτη, από το προσωπικό αρχείο του Γιώργου Τουρκοβασίλη καθότι το κύριο επάγγελμά του ήταν φωτογράφος. Κάθε φωτογραφία σε πάει κατευθείαν στην εποχή και εκτός από τις «φυλές» περιλαμβάνει και ιστορικές φωτογραφίες από συναυλίες punk, new wave, heavy metal και rock που είχαν τότε ξαναρχίσει να γίνονται στην Ελλάδα μετά το κενό που υπήρξε  στη χώρα μας από το 1967 και την επεισοδιακή συναυλία των Rolling Stones στο γήπεδο της Λεωφόρου Αλεξάνδρας, έως το 1980, που ήρθαν οι Police, Alex Harvey, Birthday Party, Dr. Feelgood και επανέκαμψε η συναυλικακή κίνηση. Στο βιβλίο καταγράφονται θρυλικές συναυλίες που έγιναν στην Αθήνα, όπως των Blues Band, Talking Heads, Peter Hammill, John Mayall, Peter Hammill, ανάμεσα σε ροκ εν ρολλ μαρτυρίες και ροκ στιγμιότυπα όπως «το πάρτυ του Τζώννυ Βαβούρα και οι καρδιοπαθείς», η περιγραφή μιας μαθητικής ροκ συναυλίας, πώς ήταν τα χέβυ μέταλ πάρτυ, ποιος ήταν ο Ηλίας ο Έμερσον, τα Σοφίτα, Άρης, Mad Club, Αρετούσα, Cult, ποια ήταν τα σωστά άτομα, οι αναμνήσεις ενός χούλιγκαν και η θεαματικότητα του ποδοσφαίρου,  Iron Maiden εναντίον Bauhaus, τι σημαίνει ελευθερία και πολλές ακόμη αξέχαστες στιγμές.    


Το εκπληκτικό είναι ότι ο συγγραφέας του βιβλίου δεν είναι μια rocknroll φιγούρα της εποχής , δεν είχε καμία σχέση με την μουσική, ούτε ροκάς ήταν. Του κίνησε όμως το ενδιαφέρων το ντύσιμο των νέων, οι ομάδες που ήταν χωρισμένοι ανάλογα τα μουσικά τους γούστα και οι παρέες που είχαν και διαμορφώνονταν με γνώμονα την μουσική. Έτσι αποφάσισε να καταγράψει όλα αυτά που συνέβαιναν γύρω του και σήμερα μάλιστα μετά από 32 χρόνια από την έκδοση εκείνη έχουν τεράστιο ενδιαφέρων οι μαρτυρίες , οι αφηγήσεις και οι καταγραφές μιας περιόδου που μας σημάδεψε και ίσως δεν καταφέραμε να την ξεπεράσουμε ποτέ καθώς τότε συνέβαιναν όλα και αυτός ήταν ο κόσμος που ζήσαμε έντονα και μας καθόρισε το μέλλον.


Ο Γιώργος Τουρκοβασίλης ήταν κοντά στον σπουδαίο ζωγράφο Γιάννη Τσαρούχη και δούλευε μαζί του ως φωτογράφος και καλλιεργεί το προσωπικό του ιδίωμα στην τέχνη της φωτογραφίας. Αργότερα δραστηριοποιήθηκε στο εμπόριο έργων τέχνης. Ωστόσο η μία και μοναδική έκδοση του βιβλίου «Τα Ροκ Ημερολόγια», με υπότιτλο της πρώτης έκδοση «Ελληνική Νεολαία και Ροκ Εν Ρολλ», απέκτησαν στο χρόνο μια μυθική διάσταση καθώς όλοι ήθελαν να αποκτήσουν το βιβλίο αυτό, αλλά δεν υπήρχε. Τυπώθηκε σε 5.000 αντίτυπα κι είχε εξαντληθεί αμέσως. Για ένα περίεργο λόγο, όπως πληροφορεί ο συγγραφέας στο αυτοβιογραφικό του σημείωμα, ο εκδότης δεν ήθελε να το επανεκδώσει και τα «Ροκ Ημερολόγια» γίνονται cult και κυκλοφορούν, χωρίς άδεια, σε φωτοτυπίες στα Εξάρχεια και αποσπάσματά της στο διαδίκτυο !  Όπως με πληροφορεί ο εκδότης της τωρινής επανέκδοσής του, Δημήτρης Αργυρόπουλος, με τον οποίο αρθρογραφούσαμε στο σημαντικό αλλά σύντομο σε χρονική περίοδο μουσικό περιοδικό «The Voice», ήταν δύσκολη η προσέγγιση του Γιώργου Τουρκοβασίλη, που είναι σήμερα 72 ετών και ζει στο περιθώριο, αποτραβηγμένος από τις όποιες δραστηριότητές του στο παρελθόν, ώσπου να δώσει την συγκατάθεσή του και το βρει το φωτογραφικό υλικό. Υλικό το οποίο είναι τόσο σπουδαίο που αξίζει όσοι έχουν την πρώτη έκδοση που ήταν ένα βιβλιαράκι σε σχήμα τσέπης , να αποκτήσουν και την καινούργια που έχει σαφώς  μεγαλύτερο σχήμα με 194 σελίδες. Η τιμή του είναι 8 – 10 ευρώ.  Το τηλέφωνο των εκδόσεων «Στο Περιθώριο» είναι 211-2134478




*Από τις εκδόσεις «Στο Περιθώριο» κυκλοφορούν ακόμη δύο κόμικ του Κώστα Μανιατόπουλου από την εποχή της Βαβέλ «Homeless 1» και «Homeless 2» και το βιβλίο της Θεατρική Ομάδας Ανταμαπανταχού από την παράστασή της «Νόρμα». 

Τρίτη 13 Δεκεμβρίου 2016

Jim Morrison Αφιέρωμα - Του Γιάννη Αλεξίου












JIM MORRISON : ««Όταν συμβιβαστείς με την εξουσία, γίνεσαι ο ίδιος εξουσία»



Του Γιάννη Αλεξίου

«Υπάρχει ένα σημείο που αν το ξεπεράσουμε δεν μπορούμε να γυρίσουμε πίσω. Σε αυτό το σημείο πρέπει να φτάσουμε», έγραψε κάποτε ο Κάφκα. Σε αυτό το σημείο έφτασε ο Jim Morrison


O Jim Morrison γεννήθηκε σαν σήμερα, 8 Δεκεμβρίου 1943. Με λίγη φαντασία θα μπορούσε να ήταν πατέρας μας. 73χρονος δηλαδή σήμερα. Κι όμως οι περισσότεροι ούτε καν το έχουμε διανοηθεί, γιατί απλά δεν ήταν ο τύπος αυτός. Ήταν διαφορετικός από όλους. Ήταν επαναστάτης και οραματιστής. Ήταν ο ένας και μοναδικός Jim Morrison.
Επηρεάστηκε πολύ από τον ποιητή Arthur Rimbaud του 19ου αιώνα και μετέδωσε τη φιλοσοφία του Γάλλου στους Doors. Οι Doors «πάντρεψαν» την rock με την υπαρξιακή ποίηση και με το αυτοσχεδιαστικό θέατρο.
«Κυρίες και κύριοι από το Λος Άντζελες, της Καλιφόρνια…The Doors


Ήταν οι καλύτεροι «δάσκαλοι» στην περιβόητη «Τάξη του ’67» τότε που η μουσική έφθασε στην πιο δημιουργική της περίοδο. Οι Doors ήταν το επιδραστικότερο γκρουπ στα 60’ς στην Αμερική. O Jim Morrison με την μανία του για τους παλιούς μαύρους τραγουδιστές των blues, ο Ray Manzarek  με τις γνώσεις κλασικής μουσικής, των blues και της folk του, ο Robbie Krieger που έπαιζε εξαιρετική flamenco κιθάρα και ο John Densmore με την jazz του διαμόρφωσαν το χαρακτηριστικό στιλ των Doors.  
Ο Rimbaud υποστήριξε τη "λογική διαταραχής όλων των αισθήσεων προκειμένου να επιτευχθεί το άγνωστο". Το άγνωστο ήταν ότι πιο ελκυστικό για τον Jim. Αγάπησε επίσης τον σπουδαίο Λονδρέζο, ποιητή και ζωγράφο, William Blake, τον οποίο περιγράφει σαν οδηγό τουτο δρόμο για το παλάτι της σοφίας".
 Ο Morrison ήταν άτομο που, δεν θα μπορούσε, και δεν ήξερε πώς να συμβιβαστεί με την τέχνη του. Η δύναμη του αυτοσχεδιασμού τον οδηγούσε  στην σκηνή.O Jim περιέγραψε ότι "μια συναυλία των Doors είναι μια δημόσια συνεδρίαση και απαιτείται από το κοινό να πάρει μέρος σε μια ειδική δραματική συζήτηση. Όταν εκτελούμε, συμμετέχουμε στη δημιουργία ενός κόσμου και το γιορτάζουμε με το πλήθος". Κραύγαζε για να "ξυπνήσει" το ακροατήριο από το λήθαργο και την ύπνωση της τηλεόρασης και την επιβαλλόμενη έλλειψη συναίσθησης. 


Μερικές ημέρες προτού να «πετάξει» στο Παρίσι, έκανε την τελευταία δήλωσή του στον Τύπο : "για μένα, δεν ήταν ποτέ πραγματικά μια πράξη, εκείνες οι αποκαλούμενες αποδόσεις. Ήταν ένα πράγμα μεταξύ ζωής και θανάτου, μια προσπάθεια να επικοινωνήσω, για να περιβάλω πολλούς ανθρώπους σε έναν ιδιωτικό κόσμο σκέψης"
 Οι νύχτες
του άνηκαν στο Διόνυσο και τα τραγούδια του επικαλέσθηκαν τα ισχυρά πάθη των ανθρώπων, τον εφιάλτη του «τέλους», τον καλπασμό της ζωής, τη μοίρα του και τη δελεαστική απώλεια συνείδησης. Και όπως με το Διόνυσο, οι «πόρτες» προσφέρθηκαν πρόθυμα ως θυσία. Επέλεξε το αγκάλιασμα της τραγικής μοίρας της τραγωδίας
 Στο τέλος δραπέτευσε στο Παρίσι, παραδοσιακό σπίτι τόσων πολλών εκπατριζόμενων καλλιτεχνών, για να ακολουθήσει τη ζωή του ως ποιητή. Αλλά το σώμα του εξαντλήθηκε επίσης και η καρδιά του ήταν πάρα πολύ αδύνατη. Είχε ζήσει τη ζωή με τους όρους του, είχε συγκεντρώσει τις ανταμοιβές, και τώρα ο λογαριασμός του ήταν οφειλόμενος. Το πνεύμα του ήταν κουρασμένο. Ο θάνατος ήταν απλά πιο στενός και ευκολότερος στην ατελείωτη διαδοχή των σταδίων που απαίτησε. Όταν ο Jim άφησε την Αμερική και πήγε στο Παρίσι έπαψε να έχει επαφή με τους υπόλοιπους τρεις Doors, επαφή που περιορίστηκε σε κάποιες αραιά τηλεφωνήματα. Αυτό όμως είχε ξεκινήσει και πριν εγκαταλείψει την Αμερική. Οι Doors δούλευαν μόνοι τους πια στο στούντιο και ο Morrison πήγαινε να τους βρει μετά από πολλές τηλεφωνικές επαφές και παρακαλητά, ενώ τις περισσότερες φορές ή αργούσε απελπιστικά στο ραντεβού τους ή δεν πήγαινε καθόλου. Jim Morrison πέρασε στην…άλλη πλευρά, στο Παρίσι στις 3 Ιουλίου 1971. Η επιθυμία του ήταν να αναφερθεί ως ποιητής…

   
Τα παιδικά χρόνια του Jim

Ο πατέρας του James Douglas Morrison, ήταν ναύαρχος του αμερικανικού ναυτικού, ένας πολύ αυστηρός άνθρωπος, ιρλανδικής καταγωγής. Ο Jim από την άλλη ήταν ένα ευαίσθητο και απομονωμένο παιδί που αργότερα εξέφρασε την ακραία εχθρότητα του προς την οικογένεια και τις παραδοσιακές αξίες της. Στα 4 του χρόνια βίωσε ένα αιματηρό ατύχημα που είχε μεγάλη επίδραση στη ζωή του. Κάπου στη Σάντα Φε το αυτοκίνητο που οδηγούσε ο πατέρας του, με την οικογένεια Morrison μέσα, τράκαρε με φορτηγό Ινδιάνων που πέθαναν αιμόφυρτοι στο δρόμο. Το φριχτό αυτό γεγονός που συνέβη μπροστά στα μάτια του νεαρού Jim τον «τραυμάτισε» και θεώρησε ότι το πνεύμα ενός Ινδιάνου (shaman) μπήκε για πάντα στην ψυχή του…

Επαναστάτης και μονογαμικός


Ο Jim Morrison θαύμαζε τις θεωρίες του Γερμανού φιλόσοφου Νίτσε για το άτομο και την ηθική. Ευαίσθητος και ντροπαλός υπήρξε στην προσωπική ζωή του ο Jim, αλλά άγριος στην σκηνή. Προσπάθησε να ρίξει φως στο άγνωστο που τόσο τον συνέπαιρνε. Πάντα είχε μαζί του ένα βιβλίο στο χέρι. Αληθινός βιβλιοφάγος. Τα ενδιαφέροντα του ήταν η επανάσταση, η αναταραχή, το χάος και ιδιαίτερα για τη δραστηριότητα που φαίνεται να μην έχει καμιά έννοια, ο ίδιος έλεγε : «Όταν συμβιβαστείς με την εξουσία, γίνεσαι ο ίδιος εξουσία».
 Παρά το οργισμένο του χαρακτήρα του ήταν μονογαμικός τύπος με σύντροφο της ζωής του την Pamela Courson, την οποία υποδύθηκε με επιτυχία η Meg Ryan στην ταινία του Ολίβερ Στόουν «The Doors» (1991). Τον ίδιο είχε υποδυθεί ο Βαλ Κίλμερ, δεύτερη επιλογή αρχικά του σκηνοθέτη. Πρώτη ήταν ο Ian Astbury, που τελικά πήρε τη θέση του στο συγκρότημα όταν επανασυστάθηκε πριν μερικά χρόνια – εμφανίστηκαν και σε κατάμεστο Λυκαβηττό - για μια σειρά συναυλιών που συνεχίστηκαν για ένα διάστημα. Από αυτή την επιστροφή απουσιάζει ο ντράμερ John Densmore που έχει δικαστικές διαμάχες με τους άλλους δύο Doors : Ray Manzarek και Robbie Krieger και εξ’ αρχής ήταν αντίθετος με την κίνηση αυτή. 

Άγνωστες στιγμές των Doors

H εμφάνιση του Jim Morrison πριν από κάθε συναυλία των Doors ήταν τις περισσότερες φορές καθυστερημένη και αβέβαιη. Ακόμη κι όταν ήρθε να τους δει ο Mick Jagger στο Hollywood Bowl τον Ιούνιο του ’68 μαζί με τον παραγωγό των Rolling Stones, Jimmy Miller, ο Jim είχε εξαφανιστεί στο «δικό του κόσμο» πριν την έναρξη. Τελικά εμφανίστηκε. «Παίξαμε καλά, άλλα έλειπε το πάθος», λέει στην «Ζωή του με τους Doors» ο John Densmore. Αργότερα ο Jagger δήλωσε στο «Melody Maker» για την εμπειρία της συναυλίας αυτής : Καλοί ήταν, αλλά έπαιξαν πολλή ώρα». Στην αναμονή της συναυλίας εκείνης ο Jim είχε καπνίσει για πρώτη φορά από την αγωνία του…

Ο Frank Zappa είχε ενδιαφερθεί να γίνει παραγωγός του ομώνυμου πρώτου άλμπουμ των Doors. Το γκρουπ όμως δεν ήθελε παραγωγό, αλλά μια εταιρία δίσκων με όνομα. Το κατάφεραν χάρις τις συστάσεις του Arthur Lee των Love που τους πήγε στην Electra. Τότε στο δυναμικό της ανερχόμενης εταιρίας ήταν οι Love, Judy Collins και Paul Butterfield. Αμέσως οι Doors πήραν τα σκήπτρα. Πρώτος μάνατζέρ τους, τον Αύγουστο του ’67 ανέλαβε ο Σαλβατόρ Μποναφέτι, μάνατζερ των Dion and the Belmonts. «Μέχρι σήμερα μετανιώνω για την επιλογή αυτή», λέει ο John Densmore.
Ο ντράμερ Densmore είχε κυρίως jazz επιρροές και λάτρευε τους Elvin Jones και McCoy Tyner και προσπαθούσε να τους φτάσει. Είχε εκστασιαστεί όταν είδε ζωντανά τον John Coltrane. Ωστόσο ήθελε να παίξει τόσο πολύ σ’ ένα συγκρότημα και οι Doors ήταν η λύση, χωρίς όμως να τον γεμίζουν πραγματικά : «Έπρεπε να παίξω σ’ ένα γκρουπ». Του άρεσαν πολύ οι Rolling Stones και μάλιστα με πρώτα λεφτά του πρώτου συμβολαίου του με τους Doors έβαψε μαύρο το αυτοκίνητό του, μια Σίνγκερ Γκαζέλ επηρεασμένος από το τραγούδι των Stones «Paint it black». Σήμερα αποτιμώντας τη γνωριμία του με τον Jim Morrison λέει : «Η γνωριμία μου με τον Jim ήταν το τέλος της αθωότητάς μου…». Ίσως να μην κατάλαβε ποτέ τον Jim κι έτσι όταν έσπευσε στο τάφο του στο Παρίσι τα πρώτα λόγια που του βγήκαν ήταν : «Ποιο ήταν το γαμημένο μήνυμά σου Jim ; Η Αναρχία ; Γιατί τα υπέφερα όλα αυτά τα χρόνια ;».  
 Οι Doors στην πρώτη πρόβα τους έπαιξαν τραγούδια του Jimmy Reed για να συντονιστούν σαν μουσικοί. Η πρώτη εντύπωση του Densmore για τον Morrison : «Εξωτερικά ο Jim έμοιαζε με φυσιολογικό φοιτητή. Ήταν εμποτισμένος με μια επιθετικότητα για τη ζωή και τις γυναίκες. Ήξερε κάτι για τη ζωή που δεν το ήξερα. Η περιέργεια του ήταν ακόρεστη και διάβαζε με λαιμαργία. Τα μισά απ’ αυτά που έλεγε, δεν τα’ πιανα, αλλά το πάθος του το ένοιωθα…Η ζωή μου με τους Doors ήταν ψυχεδελισμός, κοπέλες, διαλογισμός».  
Η υπόθεση μπασίστας ή αλλιώς το «χαμένο» μέλος των Doors. Ήταν το συγκρότημα που δεν είχε μπασίστα στην σύνθεσή του ! Κάποια στιγμή στο ξεκίνημά τους δοκίμασαν μια κοπέλα κυνηγώντας την πρωτοτυπία. Έπαιξαν μαζί της στην πρόβα το «Unhappy Girl» και το «Break on Through», μερικά blues και τα «Back door man» και την έκδοσή τους στο «Little Red Rooster». Ό ήχος τους έμοιαζε με εκείνον των Rolling Stones. Τελικά ο Ray Manzarek βρήκε ένα μπάσο με πλήκτρα, Fender Rhodes κι τελειοποίησαν τον ήχο τους. Ο Ray έπαιζε με το αριστερό χέρι μπάσο και με το δεξί το όργανο. Αυτό ήταν ! Ο ήχος δεν έμοιαζε με άλλου συγκροτήματος. Ήταν Doors

Η ΤΑΥΤΟΤΗΤΑ ΤΟΥ JIM MORRISON

Εκλεκτικός βαρύτονος ποιητής, ιρλανδικής καταγωγής, με ένα έμφυτο συνθετικό δώρο.
 Οραματιστής και πνευματικός ηγέτης της εποχής του, ασυμβίβαστος, persona, έχει χαρακτηριστεί «Ο Διόνυσος της rock μουσικής». Ύμνησε την σκοτεινή πλευρά της ανθρώπινης φύσης…Ήρωές του ο Διόνυσος, ο Νίτσε και ο Ριμπό.Τον αποκάλεσαν «ηλεκτρικό shaman», «πρίγκιπα του σκότους» και οι φίλοι του τον φώναζαν «Jimbo».

Ημερομηνία και τόπος  γέννησης: 8 Δεκεμβρίου ..1943, Μελβούρνη, Φλώριδα
Χρώμα τρίχας : Καφετί, μάτια: μπλε-γκρι  
Σχολείο :
UCLA της Φλώριδας 
Αγαπημένα γκρουπ :
Beach Boys, Kinks, Love
Αγαπημένοι τραγουδιστές:
Frank Sinatra, Elvis Presley
Αγαπημένοι ηθοποιοί :
Jack Palance, Sarah Miles
Στην τηλεόραση έβλεπε : ειδήσεις
Αγαπημένο χρώμα: τυρκουάζ
Φαγητό: κρέας
Χόμπι: Ιπποδρομίες
Αγαπημένο σπορ: κολύμβηση
Αυτό που έψαχνε σ’ ένα κορίτσι : τρίχα, μάτια, φωνή, περπάτημα
Αυτό που επιθυμούσε : συζήτηση
Σχέδια/φιλοδοξίες: να κάνει ταινίες


*Πήγες : Αρχεία Electra, η βιογραφία του John Densmore «Riders on the Storm – Η ζωή μου με τους Doors» (εκδόσεις Νέα Σύνορα – Α.Α. Λιβάνη)