Δευτέρα 29 Αυγούστου 2016

Συνέντευξη :Γιάννης Γρηγορίου "Ο ήχος είναι στο μυαλό και στα δάκτυλα" του Γιάννη Αλεξίου







   ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΗ ΜΕ ΤΟΝ ΓΙΑΝΝΗ ΓΡΗΓΟΡΙΟΥ


   «Ο ήχος είναι στο μυαλό και στα δάκτυλα»









"Πιο ροκά παίκτη από τον Τάκη Σούκα δεν έχω ακούσει !"


Γράφει ο Γιάννης Αλεξίου


 Σώθηκε από θαύμα όταν πιτσιρικάς πήγε να βάλει στην πρίζα την ηλεκτρική κιθάρα για να παίξει ! Έτσι ήταν γραφτό να γίνει μπασίστας. Αλλά τι μπασίστας ! Ο Γιάννης Γρηγορίου εξελίχθηκε σε κορυφαίο session μουσικό και είναι ο πιο περιζήτητος sideman στις ηχογραφήσεις όλων των ειδών μουσικής, μετρώντας σήμερα 1.600 κομμάτια στο στούντιο. Επίσης διαθέτει την μεγαλύτερη συλλογή μουσικών οργάνων, φυσικά μπάσων, στην Ελλάδα και όχι μόνο, ακόμη πλουσιότερη κι από εκείνη του Stanley Clarke, του ινδάλματός του.
 Ιδρυτικό μέλος σημαντικών ελληνικών συγκροτημάτων όπως οι Equus, Way 2 Go και συμμετοχή στους The Beatles Live Tribute Band μπήκε στη λαϊκή μουσική με τον Τάκη Σούκα τον οποίο ηχογραφούσε κρυφά σε κασέτες όταν έπαιζε μαζί του στο «Χάραμα» εντυπωσιασμένος από το παίξιμό του ! Βρέθηκε ακόμη δίπλα στον Στέλιο Καζαντζίδη σε ιστορική του ηχογράφηση με την έγκριση του Χρήστου Νικολόπουλου. Από τους πιο ενεργούς Έλληνες μουσικούς, παίζει συνέχεια και παντού κάτι σαν μουσικός - σαρανταποδαρούσα». Μια ζωή πρόβες, νυχτερινές εμφανίσεις, στούντιο, ηχογραφήσεις, χωμένος βαθιά μέσα στην μεγάλη του αγάπη την μουσική. Αυτό τον καιρό ξεκινά εμφανίσεις στην παραλιακή «Θέα», χωρίς να πτοείται και για άλλα πρότζεκτ !
Από τους λίγους rock και fusion μουσικούς που παρ’ όλου που πέρασε στην λαϊκή μουσική, ακόμη και στα «σκυλάδικα», δεν έχασε την επαφή του με τις μουσικές του ρίζες και εξέλιξε τον ήχο του παίζοντας ότι έχει στο μυαλό του με rock και jazz συγκροτήματα καταφέρνοντας να κινείτε με μεγάλη άνεση και ποιότητα σε όλους τους μουσικούς χώρους.  
 Χολαργιώτης γέννημα θρέμμα, από τους πιο πολυταξιδεμένους μουσικούς και τους ψαγμένους, ο “bassmaniac” Γιάννης Γρηγορίου θα παρουσιάσει ένα αντιπροσωπευτικό δείγμα της περίφημης και σπάνιας συλλογής μπάσων του στο Vinyl Is Back από 23-25 Σεπτεμβρίου στο «Μουσείο Αυτοκινήτων» παίζοντας παράλληλα live την ιστορία του οργάνου που ξέρει όσο λίγοι…

-Ποιά ήταν η αφορμή να ξεκινήσεις την συλλογή μπάσων όντας μουσικός ;

«Το ’80 που άρχισα να παίζω είχα δάσκαλο τον Αντώνη Τεκτονίδη. Μπασίστας και γιος του πιανίστα που μου έκανε μάθημα στον Κώστα Κλάββα. Ήμουν ο καλός του μαθητής. Μια μέρα πήγαμε σπίτι του και μόλις μπήκα μέσα έπαθα σοκ. Παντού μπάσα ! Από τότε μου μπήκε το μικρόβιο και ήθελα να αποκτήσω καμιά 10αριά καλά όργανα. Τα δέκα έγιναν πενήντα, εκατό και σήμερα έχω περίπου 250 μπάσα στην συλλογή μου ! Άλλωστε το bass (μπάσο) είναι ελληνική λέξη και σημαίνει τη βάση της μουσικής»

-Και σε τι χώρο υπάρχουν τα μπάσα αυτά ;


«Σε τρία σπίτια ! Είναι και οι βαλίτσες ! Τρελό ! Έχω πολύ βασικά όργανα στο στούντιο που τα δουλεύω και πολλές φορές τα πάω πίσω, φέρνω άλλα…Όλα ετοιμοπόλεμα, εκτός από καμιά 20αριά που τα έχω σπίτι και τα μαστορεύω. Έχω τρέλα και με τα ζωγραφισμένα μπάσα, τα οποία τα δίνω σε φίλους και μου τα ζωγραφίζουν !»

-Κι όταν έρχεται η στιγμή να παίξεις πώς διαλέγεις ανάμεσα σε τόσα όργανα ;

«Με δέκα μπάσα είσαι καλυμμένος. Καλύπτουν την γκάμα του μουσικού. Έχω δηλαδή ένα καλό Jazz Bass που παίζω, μετά λέω να πάρω κι ένα άλλο καλό που έχω να το δοκιμάσω και μετά ένα τρίτο και πάει λέγοντας…Γίνονται και κάποια μαγικά στο στούντιο, όπως για παράδειγμα έχω εδώ και δέκα χρόνια ένα μπάσο πεντάχορδο αυθεντικό μοντέλο που έχει βγάλει η Yamaha πεντάχορδο για τον Neithan East, διάσημο μαύρο session μπασίστα που έχει παίξει σε πολλά άλμπουμ και με μουσικούς όπως ο Eric Clapton, και η Yamaha έχει βγάλει  ένα μοντέλο γι’ αυτόν. Το κάθε όργανο το φέρνω στα μέτρα μου χωρίς ν’ αλλάξω χορδές. Από τότε λοιπόν που το πήγα στο στούντιο, το έχουν ερωτευτεί όλοι : ηχολήπτες, παραγωγοί, συνθέτες και επειδή είναι άσπρο, όλοι μου λένε φέρε το «άσπρο» να γράψουμε !»


-Για ποια άλλα μοντέλα μπάσων είσαι υπερήφανος που ανήκουν στην συλλογή σου ;
«Ένα Fender Jazz Bass του ’65, Alembic (αμερικάνικη εταιρία που φτιάχνει χειροποίητα όργανα κατασκευάστρια των πρώτων ηλεκτρικών μπάσων που άλλαξαν τον ήχο) μοντέλο Stanley Clarke, που είναι το σήμα κατατεθέν του εν λόγω κορυφαίου μπασίστα. Γενικότερα όλα τα συγκεκριμένα όργανα που με ενδιέφεραν, τα έχω αποκτήσει».

-Παίρνεις μπάσα και μέσω ίντερνετ ;

«Όχι, για τον απλό λόγο ότι θέλω να παίξω το όργανο πριν το πάρω. Το standard μου είναι να παίζει καλά το όργανο και μετά όλα τα άλλα. Έχω αρκετά όργανα στην συλλογή μου που δεν δίνει πιθανώς σημασία κανείς, αλλά εμένα μου βγάζουν ήχο. Περισσότερο γι’ αυτό μεγαλώνει η συλλογή μου και όχι γιατί θέλω συγκεκριμένα κομμάτια. Πολλοί μουσικοί, είτε φίλοι είτε άγνωστοι μου, που αγοράζουν όργανα από το ίντερνετ και δεν τους κάνουν μόλις τα παίξουν, μου τα φέρνουν και τα δοκιμάζω και αν μου κάνει ο ήχος τα αγοράζω ή τα κάνουμε ανταλλαγή».


-Πώς απέκτησες το πρώτο σου μπάσο ;

«Σε μια εποχή που δεν υπήρχε ίντερνετ και ακούγαμε μουσική από δίσκους και καμιά κασέτα, ήθελα να πάρω πρώτα κιθάρα και ένας θείος, μου στέλνει από τη Γερμανία μια ηλεκτρική κιθάρα. Μια Telecaster. Ήμουν τόσο πιτσιρικάς όταν την πήρα στα χέρια μου αναρωτήθηκα γιατί δεν ακούγεται ! Και με πιάνει ένα μεσημέρι ο πατέρας μου, την στιγμή που είχα βάλει το βύσμα από την μία άκρη στην κιθάρα και από την άλλη ήμουν έτοιμος να το βάλω στην πρίζα ! Μου λέει έντρομος : τι κάνεις εκεί ; Του λέω αφού είναι ηλεκτρική την βάζω στην πρίζα !  Με πρόλαβε ευτυχώς γιατί θα πέθαινα ! Η κιθάρα μπήκε στο ντουλάπι έως ότου το 1977, στα 14 μου, μια θεία μου από τη Γερμανία, όταν τα Jazz Bass έκαναν 30.000 δραχμές, πανάκριβα δηλαδή, είδε την αγάπη μου για το όργανο και μου δώρισε ένα σαν Fender, ένα Eco. Δεν ήταν φθηνό, έκανε 17.000 μαζί με τον ενισχυτή. Από αυτό έχει μείνει τώρα μόνο το μανίκι, από το οποίο κάποια στιγμή του έβγαλα τα τάστα όπως έκανε ο Jaco Pastorius.  Και έτσι ξεκίνησα να παίζω χωρίς να είναι κανένας μουσικός στην οικογένειά μου. Μόνο ο παππούς μου, ο πατέρας δηλαδή της μάνας μου, έπαιζε ποντιακή λύρα, αλλά δεν τον είχα δει ποτέ. Και η μητέρα μου της άρεσε να τραγουδάει στο σπίτι. Υπήρχε μόνο η φλέβα !».

-Σπούδασες μουσική ;

«Το 1980 πηγαίνω στο ωδείο, στον Κλάββα, να κάνω μαθήματα. Στο Ωδείο Αθηνών, στην Πλάκα. Μπαίνω μέσα και μου λέει ο Αντώνης Τεκτονίδης : παίξε κάτι. Τότε είχε βγει μόλις ο δίσκος Waiting For Something των Socrates, δισκάρα, τον είχα μάθει απ’ έξω. Έπαιζε μπάσο ο Ζηκογιάννης πατώντας στον Pastorius και είχε βάλει πολλά σχήματα “μπασιστικά” και δύσκολα. Τα έπαιζα όλα με το αυτί. Τότε λοιπόν άρχισα να παίζω αυτά τα θέματα από το δίσκο κι έπαθε πλάκα ο Τεκτονίδης και με ρωτά : τι ήρθες να κάνεις εδώ ; Μετά από αυτόν πήρα το πρώτο καλό μου μπάσο ένα Kramer αλουμινένιο με διχάλα, δώρο της μητέρας μου. Πενήντα χιλιάρικα μεταχειρισμένο το’ 80 ενώ το Jazz Bass καινούργιο έκανε τριανταπέντε ! Από εκεί ξεκίνησα να παίζω». 
   
-Ο πατέρας σου δεν ήταν σύμμαχος, μόνο η μητέρα σου στην αγορά αυτού του πρώτο οργάνου ;

«Ήταν αξιωματικός απόστρατος και ήθελε να πάω στην Ευελπίδων ! Του είπα δεν μπορώ, θέλω να γίνω μουσικός. Άρχισα τότε, το ’81 να δουλεύω και να φέρνω σπίτι πιο πολλά λεφτά από τον πατέρα μου και κατάλαβε τότε ότι για μουσικός είμαι ταγμένος».

-Ξεκίνησε να παίζεις μπάσο σε μια εποχή που ήταν στα φόρτε της η funkysoul και η disco που ανέδειξαν το μπάσο. Πόσο σε επηρέασε αυτό το μουσικό κλίμα ;


«Πάρα πολύ, ωστόσο τα μουσικά ακούσματα που με έβαλαν στην μουσική ήταν οι Led Zeppelin, Black Sabbath, Deep Purple ήταν τα αγαπημένα μου γκρουπ. Τους Beatles μετά από αρκετά χρόνια άρχισα να τους καταλαβαίνω. Μέχρι που σχηματίσαμε τους Beatles Tribute Band και πήγαμε δύο φορές στην Αμερική και παίξαμε και στο Μέγαρο Μουσικής. Εκεί βέβαια έβγαλα όλες τις μπασογραμμές του McCartney, νότα – νότα, κι εκεί εκτίμησα τους Beatles. Ακούγοντας με λεπτομέρεια τους Beatles είδα ότι πολλά γκρουπ έχουν πάρει από αυτούς  πράγματα, όπως οι Sabbath στο Paranoid, οι Queen κ.α.».

-Ποιοι μπασίστες ήταν ινδάλματά σου ;


«Ο Roger Glover των Deep Purple, John Paul Jones των Led Zeppelin, Geezer Buttler από τους Sabbath, αγαπημένοι μου. Μετά ο Jaco Pastorius που μεταμόρφωσε το μπάσο το έκανε κάτι άλλο επηρεάζοντας όλο τον πλανήτη και ο Stanley Clarke. Κι ένας δίσκος επίσης ήταν στις μεγάλες επιρροές μου, το «Bad Co» των Bad Company με το παίξιμο του μπασίστα Boz Burrell, όπως και το «Hotel California των Eagles, με το παίξιμο του Randy Meisner, που μου έδωσαν βάση στο πως παίζω. Βγαίνουν σήμερα πράγματα στο παίξιμό μου που είναι από εκεί. Επίσης μετά που άρχισα να ακούω jazz ήμουν φανατικός με τους Mahavishnu Orchestra, Weather Report και τους Brand X, συγκροτήματα που οριοθέτησαν το jazz rock σε μένα».

-Ως πολύπλευρος μουσικός μίλησε μας για την εμπειρία σου πάνω στην ελληνική μουσική…

«Όταν έπαιζα με τον Τάκη Σούκα στο Χάραμα, μεγάλο συνθέτη που παίζει τρομερό σαντούρι, ακορντεόν, έπαιρνα κασετοφωνάκι μαζί μου κι έγραφα τι έπαιζε ! Πιο ροκά παίκτη δεν έχω ακούσει ! Ρουφούσα σαν σφουγγάρι το παίξιμό του. Μετά έπαιζα στο Όνειρο στην Εθνική που ήταν καρά-σκυλάδικο, με ωράρια τρελά, εφτά μέρες τη βδομάδα χωρίς ρεπό, όπου μετά από δύο χρόνια δεν άντεχα άλλο ! Λεφτά πολλά βέβαια, αλλά κούραση μεγάλη. Παρακαλούσα να με διώξουν, αλλά τίποτα. Για μένα κορυφαίος ήταν ο Δήμος Μούτσης. Με τον Μούτση κατάλαβα την ουσία και το βάρος της κάθε νότας. Πρέπει να πάρει τη θέση που του αξίζει στην ελληνική μουσική. Μεγάλη η εμπειρία μου μαζί του. Έχω παίξει ακόμη με τους Βαγγέλη Γερμανό, Νίκο Πορτοκάλογλου, τους Poll το ’90 στον Λυκαβηττό και μαζί τους έκανα ίσως τις πρώτες ηχογραφήσεις στην Ελλάδα με πεντάχορδο μπάσο, σε live σίγουρα, το οποίο είχα φέρει από την έκθεση της Φρανκφούρτης. Εκεί γνώρισα τον ίδιο τον κατασκευαστή κι έκλεισα εκεί ένα άταστο κι ένα πεντάχορδο μπάσο και μου τα έστειλε στην Αθήνα μετά όταν τελείωσε η έκθεση. Στην αρχή έπαιζα πολύ με τον Βαγγέλη Γερμανό και μετά γνωρίστηκα με τον Τάκη Σούκα και μπήκα στα λαϊκά μαγαζιά το ’85. Στο Χάραμα ήταν μαζί του η Χαρούλα Λαμπράκη, ο Δημήτρης Κοντογιάννης. Είχαμε παίξει τον Μανώλη Αγγελόπουλο, το Γιώργο Μαργαρίτη. Πήγαμε παραλία και στην Εθνική Οδό. Παράλληλα είχα και τα γκρουπ, όπως τους Way 2 Go (ένα εξαιρετικό jazzrock γκρουπ) με τις Σοφία Νοητή και Σοφία Ράπτη, ο Δημήτρης Μπέλλος, ο Κλεώνας Αντωνίου, ο Καπηλίδης ο μπαμπάς τύμπανα, καταπληκτικό γκρουπ που έχουμε και ηχογραφήσεις που δεν έχουν βγει ποτέ πουθενά».

-Αναζητείς πάντα το καινούργιο στον ήχο ;

«Φυσικά, αλλά με τον καιρό κατάλαβα ότι ο ήχος είναι στο μυαλό και στα δάκτυλα. Το όργανο είναι ένα 20 %, άντε 30 και πολύ λέω. Το υπόλοιπο είναι ο παίκτης».
-Το πολυπαίξιμο σου αυτό, πόσο σε έχει βοηθήσει στην εξέλιξή σου ως μουσικό ;
«Πολύ. Μου έκανε καλό η αγάπη μου για τα διαφορετικά είδη μουσικής. Στο πως αντιλαμβάνομαι τα πράγματα στην μουσική και πώς τα αποδίδω μετά. Πολλοί αναρωτιούνται πώς αντέχω μέσα στη νύχτα και παίζω με διάφορους. Όχι, μόνο αντέχω, αλλά παίρνω πράγματα συνέχεια και με γεμίζει αυτό. Βγαίνουν πράγματα συνέχεια από μέσα μου στο παίξιμο. Ίσως γι’ αυτό με ζητούν συνέχεια στη δισκογραφία. Έχω 1.600 κομμάτια ρεπερτόριο στη δισκογραφία. Από Κρίστη Στασινοπούλου τον πρώτο δίσκο της μέχρι Καζαντζίδη, Γονίδη και Περίδη… Έχουμε κάνει με τον Πορτοκάλογλου «Τα Καράβια Μου Καίω», ο οποίος είναι ο μοναδικός δίσκους που πριν τον ηχογραφήσουμε το παίζαμε ήδη έξι μήνες live και ζυμώθηκαν τα συγκεκριμένα κομμάτια με τους μουσικούς πριν μπούμε στο στούντιο. Γι ‘ αυτό βγήκε τέτοιο παίξιμο και τέτοιο ήχος ! Και ο δίσκος «Βραχυκύκλωμα» του Βαγγέλη Γερμανού είναι ιδιαίτερο. Έπαιξα στο δίσκο – το λέω και ανατριχιάζω – του Στέλιου Καζαντζίδη με τον Χρύσανθο «Τα Αηδόνια του Πόντου». Τότε έπαιζα με τον Χρήστο Νικολόπουλο, το ’92, και μας λέει μια μέρα, εμένα και του Γιάννη Χατζή του ντράμερ, δεν έρχεστε στο στούντιο μου να γράψουμε κάτι ποντιακά. Παίξαμε τύμπανα και μπάσο πάνω σε ήδη παιγμένες λύρες, τρομερά δύσκολο πάνω σε ρυθμούς τρελούς κι έρχεται ο Καζαντζίδης και λέει όλα τα κομμάτια μέσα σ’ ένα απόγευμα !. Επίσης θυμάμαι κάναμε ένα δίσκο με το Βαγγέλη το Βέκιο τον συγχωρεμένο, που λεγόταν «Ντέρτι». Το ’81. Ήταν η πρώτη φορά που μπήκα στο στούντιο Sierra να γράψω. Ο Βέκιος τύμπανα, εγώ μπάσο και ο επίσης συγχωρεμένος ο Θοδωρής Δήμου κιθάρα. Τα τραγούδια είχαν ethnic στοιχεία. Ας το πούμε ethnic-rock. Κι έρχεται η εταιρία και λέει να τα πει αυτά η Χάρις Αλεξίου. Ο Βαγγέλης όμως επέμενε να τα τραγουδήσει η Ιωάννα Τσιριγκούλη, η κόρη ενός σκηνοθέτη. Αν τα έλεγε η Αλεξίου θα γινόταν πανικός τότε. Πριν γίνει μόδα το ethnic. Ο δίσκος κυκλοφόρησε στην ΕΜΙ, αλλά θάφτηκε και δεν ακούστηκε ποτέ…».   

-Πώς ξεκίνησες να παίζεις ;


«Είχαμε μια μπάντα του Equus, που σημαίνει άλογο στα Λατινικά. Το ’80-’81. Μέλη τους ήταν ο Χρήστος Ταμπουρατζής, κιθάρα - φωνή και ο Τάκης ο Κουβατσέας στα τύμπανα. Τρίο. Παίζαμε στο Σπόρτινγκ, στο Αχ Μαρία, σε μπαράκια και σε συναυλίες. Στο Skylab στην Πλάκα παίζαμε το ’80 με τους Sharp Ties και μετά με τον Τζίμη Πανούση που τότε έβγαινε μόνος του με μια ένα σκαμπό, μια κιθάρα και μια ομπρέλα ! Μετά έκανε τις Μουσικές Ταξιαρχίες. Παίζαμε κλασικό ροκ, δικά μας κομμάτια».

-Η σχέση σου με τα βινύλια ποια ήταν ;

«Δεν είχαμε πικ-απ σπίτι, αλλά πήγαινα σε φίλους κι άκουγα. Έγραφα κασέτες. Ο μακαρίτης ο Θάνος Παπαποστόλου, ο ντράμερ του Τζώννυ Βαβούρα, είχε πολλά βινύλια και πήγαινα σπίτι του κι έγραφα κασέτες κι άκουγα σπίτι μου. Τις έχω ακόμη τις κασέτες αυτές. Τα τελευταία 15 χρόνια αγοράζω βινύλια. Έχω τρέλα να μαζεύω πράγματα της ζωής μου που περνάει !».

-Στο Μουσείο Αυτοκινήτων στη διάρκεια του 8ου Vinyl Is Back τι θα παρουσιάσεις ;


«Ένα αντιπροσωπευτικό κομμάτι της συλλογής μπάσων μου, δέκα κομμάτια που είναι κορυφαία κι έχουν γράψει ιστορία, το καθένα στο είδος του στο ηλεκτρικό μπάσο και θα συνδυάσουμε με δίσκους που έχουν παίξει. Παράλληλα θα κάνουμε και live με κομμάτια που έχουν ηχογραφηθεί και έχουν γράψει ιστορία με το καθένα από τα μπάσα αυτά. Όπως το My Generation των Who με το αυθεντικό μπάσο που κάνει το σόλο στο τραγούδι. Νομίζω ότι θα έχει πολύ ενδιαφέρων».


-Με τη δουλειά σου έχεις κάνει ταξίδια ;

«Ναι πάρα πολλά. Έχω πάει Αυστραλία, Καναδά, Γερμανία, παντού. Μόνο Ιαπωνία και Αφρική δεν έχω πάει. Με τους The Beatles Live Tribute Band, ιδρυτικό μέλος τους ήταν ο Χάρης Κελλάρης,
παίξαμε στο Κεντάκι της Αμερικής στο μεγαλύτερο φεστιβάλ Beatles στον κόσμο με πληρωμένα όλα, αεροπορικά εισιτήρια, ξενοδοχεία, φαγητό και αμοιβή. Πήγαμε δύο χρονιές το ’04 και το ’05. Συμμετείχαν κάθε φορά 50 μπάντες απ’ όλο τον κόσμο.  Το όνομά μας εκεί ήταν Greek Beats γιατί το Beatles δεν μπορείς να το πεις στην Αμερική, θα σε πάνε μέσα. Εμείς παίξαμε με 12 Έλληνες μουσικές και μαζί μας 6 νοικιασμένους μουσικούς Αμερικάνους ! Τρία έγχορδα και τρία πνευστά. Νότα – νότα, τους τα είχαμε στείλει και παίξαμε κατευθείαν ! Παίξαμε τα κομμάτια των Beatles όπως τα ακούς στο δίσκο. Μόλις παίξαμε κατεβαίνω από την σκηνή μαζί με τον Νίκο Μαρκάκη που έχει στήσει την μπάντα και μας πλησιάζει ένας ατζέντης και βγάζει την κάρτα του και μας ζητά να μείνουμε στην Αμερική προτείνοντας μας μόνιμη δουλειά στο Λας Βέγκας ! Εκείνη την στιγμή έρχεται ένας άλλος που είναι ο καλλιτεχνικός διευθυντής του φεστιβάλ αυτού στο Κεντάκι και την παίρνει την κάρτα και λέει εγώ αντιπροσωπεύω και μανατζάρω τα παιδιά στην Αμερική ! Σφαχτήκανε ! Εκείνος μας πρότεινε να κλείσουμε εμείς το φεστιβάλ ! Τρομερή στιγμή για μας. Εκεί καταλάβαμε πόσο καλοί μουσικοί και ακομπλεξάριστοι είναι οι Αμερικάνοι. Στο τέλος όντως έτσι έγινε και ανεβήκανε και παίξανε μαζί μας ! Σαν να κάνεις φεστιβάλ Τσιτσάνη στην Αθήνα και να έρθουν Αμερικάνοι και να τους πει ο οργανωτής να παίξετε εσείς στο τέλος και οι Έλληνες μαζί σας ! Αυτό είναι απίθανο από πολλές μεριές…Τελικά δεν μείναμε στην Αμερική γιατί όλοι είχαμε οικογένειες και παιδιά στην Ελλάδα…».


-Σε ευχαριστώ πολύ !


«Επίσης και ραντεβού στο Vinyl Is Back στο Μουσείο Αυτοκινήτου !».


Πέμπτη 4 Αυγούστου 2016

Το rock ζει στην Αντίπαρο ! Του Γιάννη Αλεξίου









Το rock ζει στην Αντίπαρο !




    
      Με τον αγαπημένο Τζίμη Πανούση στην Αντίπαρο 

  

Γράφει ο Γιάννης Αλεξίου 


Το 1978 ένας Ιταλός προκάλεσε τον Κυρ – Γιάννη που είχε ένα αμπελώνα 23 στρεμμάτων , όταν του ζήτησε να του τον πουλήσει για να το κάνει κάμπινγκ. Ο κυρ – Γιάννης πήρε την ιδέα και αντέδρασε στην πρόταση του Ιταλού στήνοντας ο ίδιος το κάμπινγκ που μέχρι σήμερα είναι το σημείο αναφοράς της Αντίπαρου. Το εναλλακτικό νησί της πρώτης κείνης φουρνιάς των νησιών που επισκεπτόμασταν στα 80ς στις Κυκλάδες, όπως η Ιός, η Σαντορίνη και η Πάρος - πρωτοπόρος ο φίλος μου Άγγελος Ευθυμίου πιστός της Αντιπάρου, ο μόνος τότε - που ωστόσο δεν το κατάπιε ο χρόνος και έστω και εν 2016 πάτησα για πρώτη φορά το πόδι μου στην ένδοξη Αντίπαρο. Εκτός του κάμπινγκ το άλλο εμβληματικό σημείο της είναι η ντίσκο «La Luna» που παραμένει ίδια κι απαράλλακτη από το 1981, εκεί στην άκρη της χώρας που άντε να γυρίσεις πιωμένος πίσω με τα πόδια στο ξημέρωμα. Ανοίγει στις 4 τα χαράματα, ενώ καμιά ώρα πριν ηχούν τα ξυπνητήρια στο κάμπινγκ ώστε να πάνε εκεί !
Στο κάμπινγκ της Αντιπάρου ο Μιχάλης, παλιός θαμώνας του θρυλικού ροκ κλαμπ «Όμπρε» παίζει την καλύτερη μουσική στο νησί ! Όταν κλείνει το εστιατόριο στις 10 το βράδυ, αυτός ανοίγει τα φώτα στο χώρο ακριβώς δίπλα στο εστιατόριο και παίζεις τις πρώτες ροκιές ! Το  μπαρ του κάμπινγκ μένει ανοιχτό ως τις 5 το πρωί και η κατανάλωση του αλκοόλ δεν έχει τελειωμό ! Ένας ψιλόλιγνος τατουαζάτος τύπος είναι αυτός που γνωρίζει καλά τα μυστικά της μουσικής και γίνεται οδηγός στην μακριά νύχτα καθημερινά με εναλλασσόμενο πρόγραμμα ανάλογα το κοινό εάν είναι πιο rock ή metal ή grunge. Συνήθως ξεκινά με ψυχεδέλεια και garage rock και περνάει στο classic rock.
Η Αντίπαρος γενικά δεν μπορείς να πεις ότι έχει ξέφρενη νυχτερινή ζωή, αλλά έχει μερικά καλά στέκια να περάσεις το βράδυ για όσους δεν αντέχουν το ξενύχτι με προορισμό την «La Luna». Υπάρχει το «Loco» που είναι στην στροφή της βόλτας στη χώρα, όπου παίζει κυρίως «μαύρη» μουσική και το έχει ένα παιδί από το Γουδί, στην Αθήνα. Μπροστά από τα μπαρ αυτό περνάει όλο το νησί καθώς είναι η συνηθισμένη βόλτα στα μαγαζιά και τα φαγάδικα που καταλήγει στην πλατεία που είναι γεμάτη μπαράκια. Εκεί σε ένα στενό υπάρχει το rock bar «Doors» που σε προκαλεί να το επισκεφτείς και μόνο λόγω ονόματος. Είναι μικρό και ζεστό και πάντα χορεύει μέσα ο κόσμος κάτω από τις αφίσες του Jim Morrison και του David Bowie στους ρυθμούς του d.j. Γιώργου, παλιού θαμώνα επίσης του «Όμπρε» που παίζει classic rock, soul και χορευτικές επιτυχίες όλων των παλιότερων δεκαετιών. Δίπλα του πιο χωμένο είναι το «Louky Louk» με τραπέζακια α λα σαλούν στον εξωτερικό του χώρο. Υπάρχει βέβαια και το κλαμπ «Remember» όπου κυριαρχεί το μαύρο χρώμα και η μουσική 80ς, στο δρόμο προς τη «La Luna», αλλά παρά το ωραίο στήσιμό του συγκεντρώνει μόνο φανατικούς μοναχικούς του κλαμπ αυτού.
Το πιο…έτσι μπαρ της Αντίπαρου είναι το «Boogaloo» του Δημήτρη που είναι bartender και φτιάχνει απίθανα κοκτέιλ που τα επιλέγεις σε ένα απίθανο κατάλογο που είναι γεμάτο φωτογραφίες από την «Studio 54». Η γλυκιά Σάρα με απίστευτη θετική ενέργεια και χαμόγελο που σερβίρει μας πρότεινε στη γυναίκα μου το κοκτέιλ Shy κι εγώ προτίμησα το «B.B. King» λόγω ονόματος ! Ατμοσφαιρικό περιβάλλον, lounge μουσική και πιο κυριλέ κόσμο από τα άλλα μπαρ. Οι τιμές των κοκτέιλ κυμαίνονται από 9 έως 14 ευρώ.

Υπάρχει βέβαια και το «Nixon On The Beach» στην παραλία Beach House, όπου παίζει πολύ καλή μουσική και έχει καλό εστιατόριο – στο διπλανό μας τραπέζι καθόταν ο Παύλος, ο γιος του τέως με την Μαρί Σαντάλ και τα παιδιά τους, ενώ εκεί πετύχαμε και τον τζαζίστα Κώστα Μπαλταζάνη που ζει στη Νέα Υόρκη εδώ και 5 χρόνια και είχε τη διάθεση να μου δώσει μια συνέντευξη για τον «Ήχο». Τον προηγούμενο βράδυ είχε τζαμάρει στο «Nixon» με άλλους μουσικούς. Είναι το ίδιο μαγαζί που βρίσκεται και στο Γκάζι !
Η αλήθεια είναι ότι η Αντίπαρος τα τελευταία χρόνια έχει γίνει της μόδας και συναντάς διάφορους επωνύμους στο δρόμο, από τον δημοσιογράφο Κίρτσο και τον μπασκετμπολίστα Παπαλουκά, έως τον Λαζόπουλο και τον Κούλογλου, αλλά και το γνωστό ζεύγος Πάνου Μουζουράκη – Μαρίας Σολωμού. Ο πιο αυθεντικός παραμένει ο Τζίμης Πανούσης που είναι η εμβληματική πια φυσιογνωμία του νησιού καθώς αυτός έχει ανακαλύψει το νησί και πάει εκεί από τις αρχές του ’80. Τον πέτυχα να τρώει σουβλάκια στο «Οικογενειακό» με τη οικογένειά του, το καλό σουβλατζίδικο του νησιού που ιδρύθηκε το 1982, τη χρόνιά που οι Μουσικές Ταξιαρχίες έβγαλαν τον πρώτο του δίσκο ! Άρα, τυχαίο που πέτυχα εκεί τον Τζιμάκο ;
Ουρές σχηματίζονται και στο παγωτατζίδικο της Βίκυς, λίγο πιο πέρα από το «Loco», αλλά όσες φορές έφαγα παγωτό δεν ενθουσιάστηκα, ιδιαίτερα στις σοκολάτες της…  

Απίθανη φάση είναι το θερινό σινεμαδάκι της Αντίπαρου, το «Ωλιαρός», όπου ο Γιάννης προβάλλει ψαγμένες ταινίες σε ένα ωραίο περιβάλλον με ελεύθερη είσοδο ! Πληρώνεις σε πολύ χαμηλές τιμές μόνο ότι πάρεις από το μπαρ (τα αναψυκτικά 1 ευρώ, το ποπ-κορν 1.5 το μεγάλο κλπ). Εκεί λοιπόν είδαμε το «Τσάινα Τάουν» και το «Φρανκεστάιν Τζούνιορ». Είναι «επικίνδυνα» ωραία εκεί και μπορεί κανείς να «κολλήσει» και να πηγαίνει κάθε βράδυ σινεμά στις 10.30 μ.μ. Ο χώρος φιλοξενεί ενίοτε και συναυλίες και παιδικές προβολές νωρίτερα ! Αξιέπαινη προσπάθεια.  

Για φαγητό υπάρχει καλό στο «Περαματάκι» με θέα την παραλία του μικρού Σωρού, με νοστιμιές ψητές, αλλά και εξαιρετικό μαγειρευτό, ο «Ντάμης» μέσα στη χώρα σε πολύ χαμηλές τιμές και εξαιρετικό φαγητό με τραπέζια μέσα σε μια όμορφη αυλή. Στο λιμάνι υπάρχει το «Σταθερό» με καλές σχετικά τιμές και μέτριο προς το καλό φαγητό, ανάλογα τι θα πάρεις. Για ψάρι όλα τα λεφτά είναι ο «Ιάκωβος» στο πρώτο στενάκι δεξιά στη χώρα, ένας απίθανος τύπος που ανοίγει την ταβέρνα του γύρω στις 7 το απόγευμα με λίγα τραπέζια, ενώ θα μπορούσε άνετα να έχει κι άλλα, με τεράστιες μερίδες (βλ. καλαμαράκια, γαριδάκι, πατάτες, σαλάτα κ.α.) και παλιά λαϊκά αλανιάρικα παιγμένα από κασέτες ! Μια μάλλον είχε γράψει , Καζαντζίδη, Ζαγοραίο, Γαβαλά και Χρηστάκη πάνω σε χιπ-χοπ, όπως φάνηκε στο τέλος της πλευράς ! Τα πιάτα είναι όλα στα 7-7.5 ευρώ και την κάνεις «ταράτσα» ! Καλό φαγητό σας περιμένει και στην ταβέρνα του «Γιώργη» στη χώρα όπου έχει επίσης καλές τιμές. Ο ίδιος ο κυρ-Γιώργης κερνάει με του καθίσεις τσιπουράκι, κάτι που κάνει και στους περαστικούς διαλαλώντας το μαγαζί του !  Για πρωινό ότι καλύτερο είναι η «Μαργαρίτα», αλλά και βραδινό με ιταλικές γεύσεις και ωραία γλυκά.  Επίσης το «Lalouche» έχει καλό και ακριβό φαγητό, ενώ αξιόλογο είναι και το «Yava» με ethnic κουζίνα. Την ‘Κληματαριά» ξεχάστε την έχει χαλάσει το φαγητό της (μόνο τα παπουτσάκια της αξίζουν), άσε που είδαμε και τις μόνες κοκαλιασμένες γάτες στο νησί εκεί μέσα. Γενικά το νησί είναι φιλόζωο και υπάρχουν πολλές γάτες στα σπίτια και γύρω, αλλά πολλοί έχουν μαζί το σκύλο του χωρίς κανένα πρόβλημα πουθενά.     


Όλα τα λεφτά όμως είναι το κάμπινγκ, όπου το μέσο όρο ηλικίας πλέον των κάμπερς είναι πολύ χαμηλό, μιλάμε για ηλικίες 18-22 ετών στο 80 %, ενώ το άλλο 20 % είναι πιστοί του κάμπινγκ που πηγαίνουν εκεί κάθε καλοκαίρι εδώ και 10 έως 30 χρόνια ! Έχει πιστούς κάμπερς μεγαλύτερης ηλικίας από Ιταλία, Γαλλία και Βέλγιο, όχι μόνο Έλληνες. Το κάμπινγκ εκτός από πολύ ζωντάνια διαθέτει και απίθανη παραλία με κέδρους και γαλαζοπράσινα νερά, ένα απίθανο πράγμα, με ρηχή όμως θάλασσα που περπατώντας μπορείς να βγεις στο απέναντι νησάκι και να ξαναγυρίσεις πολύ εύκολα. Φυσικά και εκεί υπάρχει παραλία γυμνιστών, που όμως δεν τηρείται απόλυτα κυρίως από τους νεαρούς και νεαρές λουόμενες που καταπατούν τον κανόνα του γυμνισμού και μάλιστα χωρίς καμιά παρατήρηση. Η ταμπέλα «Μόνο γυμνιστές» (Nudist official beach) σηματοδοτεί το χώρο αυτό όπου τελικά συνυπάρχει ένα μείγμα γυμνιστών και λουόμενων ! Το καλό είναι η παντελής απουσία από παιδάκια και φωνές τους, οπότε υπάρχει απολαυστική ησυχία, τουλάχιστον έως τέλος Ιουλίου.

  Η καλύτερη εποχή για το κάμπινγκ εκεί είναι έως περίπου 25 Ιουλίου γιατί μετά γεμίζει και ο θόρυβος είναι ανυπόφορος για όσους θέλουν ησυχία. Οι σκιές είναι πολλές και το κάμπινγκ τεράστιο. Στο κάτω μέρος έχει αυτόνομα δωμάτια – καλαμιές για τις σκηνές. Διαθέτει σκηνές το ίδιο το κάμπινγκ με άνετα στρώματα μέσα, ενώ μπορεί να σε προμηθεύσει και αιώρες, τραπέζια, καρέκλες. Το άτομο κοστίζει 8 ευρώ ημερησίως και 2 ευρώ η σκηνή του κάμπινγκ. Οι άνθρωποι εκεί συχνά κάνουν και καλύτερες τιμές στο τέλος και είναι γενικά χαλαροί μέσα στο κλίμα της φιλοσοφίας του κάμπινγκ. Ο χώρος του εστιατορίου, μέσα κι έξω είναι σχεδόν μόνιμα γεμάτος από κόσμος κι εκεί μπορείς να φας σε καλές σχετικά τιμές, ενώ υπάρχει καθημερινά μεγάλη ποικιλία φαγητών. Πολλοί μένουν στο κάμπινγκ όλη την ημέρα πίνοντας καφέ το πρωί, τρώγοντας εκεί μετά, συνεχίζοντας το απόγευμα κάνοντας μπάνιο στην παραλία του κάμπινγκ και το βράδυ εκτός του μπαρ γίνονται συχνά live (πέτυχα εκεί τον Βασίλη Σαλταγιάννη, αλλά και τους Alcalica με την Γερμανίδα τραγουδίστρια και το πειραματικό τους ήχο με βιολί και προγραμματιστή) που ξεκινούν στις 10 μ.μ., ενώ έγινε και μια βραδιά stand up comedy. Επίσης παρέες συγκεντρώνονται κάποια απογεύματα και τραγουδούν και παίζουν ρεμπέτικα. Οι περισσότεροι πάνε με τα πόδια από το κάμπινγκ στη χώρα καθώς είναι περίπου 1 χιλιόμετρο περπάτημα. Το δράμα είναι για όσους κοιμούνται, η ώρα που καταφθάνουν πιωμένες οι παρέες. Καλό είναι να πάρετε και ωτοασπίδες μαζί σας, εάν ξυπνάτε με το παραμικρό.  

Το σημαδιακό ήταν ότι μπροστά από την σκηνή μας υπήρχε ένα ηλιοκαμένο μαύρο «δόντι» από 45άρι δισκάκι που είχε μείνει μισό και ούτε ο διάβολος δεν ξέρει πώς βρέθηκε εκεί.
Σ’ ένα ξεκαρδιστικό στιγμιότυπο στην παραλία, Ιταλός γυμνός από την Τζένοβα, οπαδός της Σαμπτόρια που έρχεται χρόνια εκεί χαζεύει και σχολιάζει πίνοντας μπύρα κάποια ωραία οπίσθια των οποίων δηλώνει μέγας λάτρης και του επικεντρώνει την προσοχή ξαφνικά η γυναίκα μου σε ένα ώριμο οπίσθιο αδύνατου ψηλού κορμιού που σκύβει στα τέσσερα αλλάζοντας πλευρά στον ήλιο και τότε εκείνος σχολιάζει : «Α, είναι της πρώην γυναίκας μου !»…Ήταν αλήθεια καθώς πήγαιναν 20 χρόνια εκεί και είναι χωρισμένοι τα τελευταία 3 χρόνια και πήγαν εκεί με διαφορετικούς συντρόφους ώστε να δει ο Τζιανκάρλο τα παιδιά του που έχουν κι ελληνικά ονόματα !  
Από παραλίες ξεχωρίζει ο Σωρός όπου μαζεύει «δήθεν» άτομα, φάτσες που ακούν Βέρτη και Παντελίδη, ψωνισμένες και Νεοέλληνες στις ξαπλώστρες του μπαρ που πληρώνουν 25 ευρώ την καθεμιά. Πιο πέρα όμως στα αρμυρίκια και στο τέρμα στους βράχους είναι καλά, Καλύτερα είναι στον μικρό Σωρό, κολυμπάς χωρίς κόσμο, αλλά υπάρχει κίνδυνος να σκάσει καμιά ντόπια οικογένεια με παιδάκια και τι να τους πεις…απλώς φεύγεις. Το ίδιο και στον Αγ. Γεώργιο όπου είναι μια ωραία παραλία με δεντράκια, αλλά είναι το χωριό από πάνω και οι ντόπιοι την μεταμορφώνουν σε οικογενειακή, οπότε πας αλλού. Στη Φανερωμένη και στον Αγ. Σώστη θέλει τζιπ για να φτάσεις λόγω του κακοκτράχαλου δρόμου, εκτός κι αν το πάρεις με το πόδι.  Στο Απάντημα είναι καλά στο Beach House, αλλά από την αριστερή πλευρά κάτω από το Nixon γιατί από την άλλη είναι τίγκα στις οικογένειες και τα μπρατσάκια κι έχει και στρώματα, αλλά και ξαπλώστρες που χαλάνε την ομορφιά της παραλίας που διαθέτει επίσης αλμυρίκια στο πάνω μέρος της.

Η Αντίπαρος δεν είναι το νησί που θα πάθεις πλάκα με τις νοστιμιές των φαγητών, ούτε με την νυχτερινή διασκέδαση, αλλά ούτε και με τις παραλίες. Ωστόσο όλα αυτά τα στοιχεία δένουν με ένα μυστήριο τρόπο και δίνουν ένα ιδιαίτερο χρώμα συνολικά που τελικά χαίρεσαι τελικά για την επιλογή σου να πας Αντίπαρο.



Τρίτη 5 Ιουλίου 2016

Οι καλύτεροι Έλληνες κιθαρίστες / Του Γιάννη Αλεξίου











 Ο αξεπέραστος Γιάννης Σπάθας





ΦΟΡΟΣ ΤΙΜΗΣ ΣΤΟΥΣ ΕΛΛΗΝΕΣ ΚΙΘΑΡΙΣΤΕΣ που έδωσαν ή δίνουν τον καλύτερο τους εαυτό όλα αυτά τα χρόνια παίζοντας rock, blues και jazz.

Γράφει ο Γιάννης Αλεξίου

Η ιστορία των Ελλήνων κιθαριστών αρχίζει να ξετυλίγεται από τον Δημήτρη Μπελιγιάννη των MGC που πρωτόπαιξαν Hendrix και Cream μαζί με δικά τους τραγούδια, τον Αλέκο Καρακαντά των Juniors, We Five, Axis και τον ογκόλιθο Γιάννη Σπάθα, πρωτοπόρους του rock στην Ελλάδα στον Ηλία Ζάικο, Ανδρέα Γκομόζια, Νίκο Ντουνούση και τον Γιώργο Κρομμύδα σε blues και jazz παιξίματα αντίστοιχα.
 
Οι κιθαρίστες που είχαν προκαλέσει αίσθηση για το παίξιμό τους στην εποχή τους μαζεύοντας πολύ κόσμο ν' ακούσουν το ιδιαίτερο παίξιμό τους ήταν ο Λάκης Ζώης, ο μόνος που έπαιζε σαν τον McLaughlin, ήχος πρωτόγνωρος τότε, πρωτοπόρος της fusion, μέλος των θρυλικών Sphinx στο δεύτερο δίσκο τους (1980).



Ο Τζίμης Βατικιώτης με τους S.O.S Band στα ροκ κλαμπ της Πλάκας, όπoυ έπαιζε πρωτότυπα κομμάτια με την ίδια δεξιοτεχνία όπως φερειπείν ο Mark Knopfler  των Dire Straits εντυπωσιάζοντας ακόμη και Εγγλέζους τουρίστες ! Ο πρώτος μουσικός που απαίτησε ένα χιλιάρικο το βράδυ και το πήρε ! Τα ξημερώματα, σύμφωνα με μαρτυρίες, τάιζε τα άλογα στον Ιππόδρομο, έτρεφε μεγάλη αγάπη για τα άλογα. Εδώ και πολλά χρόνια, από την rock εκείνη εποχή ζει στην Αγγλία κι έχει το δικό του κλαμπ "Jimmy The Greek", όπου παίζει μουσική.



Αλλά και ο Ζωρζ Πιλαλί που τότε στα 70ς ήταν ένας εκπληκτικός blues κιθαρίστας, όταν δεν έπαιζε κανείς ακόμη blues στην Ελλάδα. έτρεχε ο κόσμος να τον δει. Φυσικά όταν "έσκασε" ο Γιάννης Σπάθας με τους Persons αρχικά και μετά με τους Socrates Drank The Conium όλοι έμειναν άφωνοι με το παίξιμό του, ο μόνος που έπαιζε τόσο αξιοπρεπώς Hendrix !



 Οι πιο μεγάλοι rock κιθαρίστες μετά τον Σπάθα υπήρξαν ο Κωνσταντινουπολίτης Δήμης Παπαχρήστου ένα πηγαίο ταλέντο με φαντασία στο παίξιμό του και πολλές μουσικές ιδέες που ποτέ όμως δεν ηχογράφησε παραμένοντας ένας σπουδαίος session μουσικός που αναλώθηκε παίζοντας με μουσικούς σαν τον Χρήστο Κυριαζή. Ευτύχησε να τον έχει μαζί του στους Ακρίτας, αλλά και στη σόλο πορεία ο επιστήθιος φίλος του Σταύρος Λογαρίδης με τον οποίον ήρθε μαζί από την Πόλη στην Ελλάδα.



 Άλλος προικισμένος rock μουσικός ο Γιάννης Δρόλαπας που έπαιξε στις Μουσικές Ταξιαρχίες στην αρχική σύνθεσή τους και στους Vavoura Band του Τζώννυ Βαβούρα. Σεμνός μουσικός με απεριόριστες δυνατότητες.



Πολύ γερός "παίκτης" και ο Τέρρυ Παπαντίνας που έφυγε πρόσφατα και άφησε το σημάδι του με τους Bicycle, αλλά φυσικά η φήμη του παιξίματος της κιθάρας του στις live εμφανίσεις με περιστασιακά σχήματα σε μια εποχή που οι Έλληνες έτρεχαν στο Σπόρτινγκ και στο Κύτταρο θα τον θυμούνται για πάντα. Επίσης ο Πέτρος Σκούταρης των Sharp Ties και στις σόλο εμφανίσεις του κυρίως στο κλαμπ του "Graffitti". Ήταν πολύ καλός ροκ κιθαρίστας !



Τον Ηρακλή Τριανταφυλλίδη τον βλέπουμε μέχρι σήμερα περιστασιακά σε live σε μικρούς χώρους με τη "νέα" Λερναία Ύδρα" το θρυλικό αυτό σχήμα, στο οποίο σήμερα συμμετέχει και η κόρη του Ειρήνη, όμως ήταν ο αγαπημένος των φοιτητών την εποχή που έκανε το αξιομνημόνευτο διπλό δίσκο "Σε Άλλους Κόσμους" όπου ο κόσμος γέμιζε όχι μόνο τις φοιτητικές εκδηλώσεις, αλλά και τα rock κλαμπ στην Πλάκα για να τον ακούσει. Αυθεντικός ρόκερ με παίξιμο επιπέδου που τον κατατάσσει στους καλύτερους κιθαρίστες που έβγαλε αυτή η χώρα με ένα δικό του ψυχεδελικό και αέρινο ήχο.



Αργότερα εμφανίστηκαν και άλλοι σημαντικοί κιθαρίστες που αφοσιώθηκαν σε αυτό που έκαναν χωρίς να επιζητούν την εμπορική επιτυχία, όπως ο Ηλίας Ζάικος με τους Blues Gang αρχικά συνυπάρχοντας με ένα άλλο εξαιρετικό κιθαρίστα τον Νίκο Ντουνούση και τους Blues Wire από τη Θεσσαλονίκη, που όπως και ο Αθηναίος κιθαρίστας – τραγουδιστής Ανδρέας Γκομόζιας που μετά από μια σειρά ευκαιριακά σχήματα αναδύθηκε από τους Blues Family, του σπουδαίου πιανίστα και χαμοντίστα Γιάννη Μόνου και αργότερα σχημάτισε τους Drifting Around στα 90ς, ενώ εδώ και 8 χρόνια έχει σχηματίσει τους Blues Revenge. Σήμερα ψάχνει τον ήχο τους πέραν από το blues-rock.



Ενίοτε παίζουν μαζί οι Ζάικος – Ντουνούσης σε ακουστικά κυρίως σετ, ενώ πρόσφατα είχαμε και μια μοναδική εμφάνιση των Blues Wire με την αρχική ηλεκτρική σύνθεσή τους στο Ίλιον και στο Park Festival.  O Νίκος Ντουνούσης επίσης σπουδαίος κιθαρίστας είναι πιο κοντά στον ήχο του Stevie Ray Vaughan και γνωρίζει επίσης πολύ καλά τα μυστικά του blues.



Πάλι πίσω στα 70ς να θυμηθούμε τους κιθαρίστες Νίκο Δαπέρη, Τάκη Ανδρούτσο, Γιάννης Κιουρτσόγλου των Πελόμα Μποκιού οι οποίοι παρουσίασαν στην Ελλάδα τον ήχο των Santana μέσα από τις δικές τους συνθέσεις. Ακολούθησαν πολύπλευρη καριέρα στην μουσική.
Ιστορική φιγούρα και ο Βασίλης Πετρίδης των Απροσάρμοστων του Παύλου Σιδηρόπουλου, που δεν πρόλαβε να αναπτύξει τις συνθετικές του ικανότητες, αφήνοντας πίσω μόνο τρία τραγούδια. Φυσικά και ο κιθαρίστας Οδυσσέας Γαλανάκης έχει συμβάλλει με το παίξιμό του στη διαμόρφωση του ήχου των Απροσάρμοστων από την εποχή του Παύλου.



Στην jazz έχουμε το ιδιαίτερο παίξιμο μουσικών όπως ο Τάκης Μπαρμπέρης με πολλές ιδέες και επιρροές από τη world μουσική και κυρίως την ινδική, ο Κώστας Μπαλταζάνης στους Iasis με ένα πολύ ενδιαφέρον αργόσυρτο παίξιμο, ενώ τα τελευταία χρόνια ζει και δημιουργεί στην Αμερική, o Γιώτης Σαμαράς στην Trilogia του Γιώργου Τρανταλίδη, ασφαλώς ένας πολύπειρρος κιθαρίστας που έχει δώσει πολλά. ο Γιώργος Κρομμύδας με αρκετές rock επιρροές που ψάχνει τον ήχο του και τελευταία παίζει και Django Reinhardt, αλλά και ο Δημήτρης Ζαφειρέλης που έχει εκδώσει και παρτιτούρες και κουβαλά πολλές επιρροές από την rock ως την bossa nova.



Από την λεγόμενη εναλλακτική σκηνή κυρίως ήταν ομαδικό σύνολο και είχε περάσει πια η εποχή του "ήρωα της κιθάρας" και δεν μπορώ να πω ότι ξεχωρίζουν ιδιαίτερα κάποιοι κιθαρίστες, αλλά σίγουρα υπάρχουν γκρουπ που ξεχωρίζει η ήχος τους. Θα αναφέρω τον Αντώνη Δημητρίου των Ενδελέχεια που πάντα έψαχναν τον ήχο κι έφτασαν σε ένα ενδιαφέρων σημείο επηρεασμένοι κυρίως από την βρετανική σκηνή.








































   












Κυριακή 26 Ιουνίου 2016

Η Patti Smith ενθουσίασε το Σαββατόβραδο στο Piraeus 117 Academy ! Του Γιάννη Αλεξίου

















PATTI SMITH 25.6.2016 2 @ PIREAUS 117 ACADEMY

Γράφει ο Γιάννης Αλεξίου

Τελικά ήταν καλή ιδέα να παίξει η Patti Smith ολόκληρο τον πρώτο της δίσκο της «Horses» (1975) με την σειρά που έχουν τα τραγούδια στο άλμπουμ της το πρώτο βράδυ της στην Αθήνα, το Σάββατο 25 Ιουνίου, στο Pireaus 117 Academy. Αν και το pick της βραδιάς ήταν όταν βγήκε στο encore με φόρα και τραγούδησε μαζί με τα υπόλοιπα μέλη της μπάντας της το «My Generation» των Who, ολοκληρώνοντας την συναυλία – αφιέρωμα στις επιρροές της.


Πιο γελαστή από κάθε άλλη φορά, βγήκε στην σκηνή ακριβώς στις 9.15 μ.μ., όπως είχε προαναγγελθεί και με την παράκληση να μην ανάψει ούτε ένα τσιγάρο στη διάρκεια της συναυλία της κάτι που σεβάστηκε απόλυτα το κοινό. Ο αερισμός μέσα στο χώρο ήταν ικανοποιητικός και επαρκής, όπως και ο εξαιρετικός ήχος που έχει το Academy. Φορώντας ένα σακάκι μαύρο κι ένα γιλέκο επίσης μαύρο από μέσα πάνω από μια άσπρη μπλούζα, μπλου τζην και μποτάκια κι ενώ ανέμιζαν τα μακριά άσπρα μαλλιά της, η Patti Smith, μια από τις τελευταίες περσόνες του rocknroll, έβαλε αμέσως στο κλίμα της συναυλίας τον κόσμο που σχεδόν είχε γεμίσει το χώρο με το πασίγνωστο «Gloria» καλωσορίζοντας λέγοντας στο τέλος «Athens !». Το «Horses» είχε κυκλοφορήσει σε παραγωγή του John Cale και άνοιξε την τετραλογία της «Radio Ethiopia», «Easter», «Wave», δίσκους που τίμησε επιλέγοντας μερικά τραγούδια μετά την ολοκλήρωση του «Horses». Το δίσκο της αυτό είχα να τον ακούσω από την εποχή των εργένικων χρόνων μου, που τότε κυριάρχησε το άλμπουμ της «Peace and Noice» του 1997, ίσως το καλύτερό της από την τετραλογία των 70ς.  Όταν τελείωσε η πρώτη πλευρά του δίσκου προσποιήθηκε ότι αλλάζει πλευρά με τα χέρια της στο βινύλιο και άρχισε να παίζει το «Kimberly». Στο επόμενο τραγούδι «Break It Up» έβαλε το κοινό να τραγουδά τις λέξεις αυτές όταν του έκανε νόημα με τα χέρια της και ήταν αφιερωμένο στον Jim Morrison, όπως και το «Land» σε ένα άλλο ήρωά της, τον Jimi Hendrix. Εδώ οι τεράστιες ροχάλες της ξόρκιζαν το rocknroll καθώς εκφωνούσε ένα – ένα τα ονόματα των αγαπημένων της εκλιπόντων : Brian Jones, Joe Strummer, Fred Sonic Smith (ο άντρας της), David Bowie, Lou Reed και το κοινό χειροκροτούσε και νοσταλγούσε τις παλιές καλές μέρες του rocknroll.  Όταν τελείωσε και η δεύτερη πλευρά του «Horses» η Patti έβγαλε το σακάκι της και κατέβηκε από την σκηνή και χαιρετούσε έναν – έναν τους φίλους της απλώνοντας το χέρι της, ενώ η μπάντα της  έπαιζε Velvet Underground ! Η Patti Smith πήγε από το ένα άκρο ως στο άλλο πίσω από τα κάγκελα απολαμβάνοντας την αγάπη του κοινού κι ενώ η συναυλία είχε μία ώρα που «έτρεχε».  Την μεγάλη της επιτυχία και στάνταρτ κομμάτι των πάρτι μας, «Because The Night», αν και ελαφρώς άνευρη εκτέλεση, την αφιέρωσε στον σύντροφό της Fred Sonic Smith, μέλους των MC 5, γνήσια φιγούρα του rocknroll, από τους πρωτοπόρους τους punk rock στα τέλη των 60ς, με το οποίο συνδέθηκε και η Patti Smith στα μέσα των 70ς.
Στο encore μετά την έκπληξη της βραδιάς που ήταν η εκτέλεση του «My Generation» των Who, άρχισε να φωνάζει στο κοινό «Dont afraid fuckin free» και με την ηλεκτρική κιθάρα της, που πρωτόπιασε στο τέλος στα χέρια της αποχαιρετούσε το κοινό σπάζοντας μία – μία της χορδές της και όταν το κατάφερε έδωσε ένα όμορφο φιλί στο μπράτσο της Gibson φανερά ενθουσιασμένη από το ελληνικό κοινό ! Αυτή ήταν η σχεδόν 70άρα Patti Smith στο πρώτο βράδυ της στην Αθήνα. Μέσα σε μιάμιση ώρα έπαιξε το «Horses» και αγαπημένες επιλογές της από τη δισκογραφία της. Την Κυριακή έχει υποσχεθεί ένα ακουστικό σετ…



Η Patti Smith  βρέθηκε στην πρωτεύουσα βρέθηκε με αφορμή την παρουσίαση της αυτοβιογραφία της «Πάτι και Ρόμπερτ» (Εκδόσεις «Κέδρος») και ήταν «οφσάιντ»  που το παρουσίασε στο «Public», ένα αταίριαστος χώρος για την ιστορία της και το κοινό της που πήγε να το υπογράψει. Η Patti Smith σε συνέντευξή της στο «ΒΗΜAgazino» δήλωσε επιγραμματικά ότι «δεν θεωρεί ότι η αναρχία είναι ελευθερία» αναθεωρώντας την πόζα που είχε πάρει στη φωτογραφία στο δίσκο της «Radio Ethiopia» μπροστά σε ένα τοίχο που έγραφε «Vive LAnarchie» (Ζήτω η Αναρχία) μέσα τους φόβους της ως μητέρα. Μετά από τόσα χρόνια δηλαδή που μέσα από την μουσική και την ποίησή της που υποστήριξε την επαναστατική της πλευρά και την ελευθεριότητα της. Τώρα δηλώνει ότι πάντα ψηφίζει και θα ψηφίσει την Χίλαρι Κλίντον για να μην βγει ο Ντόναλντ Τραμπ…Τελικά τα παλιά είδωλα μάλλον έγιναν συντηρητικά…αλλά συνεχίζουν με ένα τρόπο να συγκινούν και τους παλιοροκάδες, αλλά και τα 20χρονα που την είδαν για πρώτη φορά !








Κυριακή 19 Ιουνίου 2016

Ο Θοδωρής (Terry) Παπαντίνας έφυγε σήμερα από τη ζωή...Γιάννης Αλεξίου





 Ο Θοδωρής (Terry) Παπαντίνας έφυγε σήμερα από τη ζωή μάλλον όχι ευχαριστημένος και σίγουρα μόνος...







   Γράφει ο Γιάννης Αλεξίου


  ΥΠΗΡΞΕ ΑΠΟ ΤΟΥΣ ΛΙΓΟΥΣ ΤΟΣΟ ΚΑΛΟΥΣ ΜΟΥΣΙΚΟΥΣ που βγήκαν στην Ελλάδα...Ο Τέρρυ Παπαντίνας άφησε το στίγμα του στους παλιοροκάδες και σε όσους αναγνώρισαν το ταλέντο του για το οποίο πάντα είχε ο ίδιος αμφιβολίες για το εάν χωρά αυτό στην Ελλάδα. Μεγάλωσε στη Ν. Υόρκη, όπου έζησε από πιτσιρικάς όταν έφυγε η οικογένειά του για εκεί από την Καστοριά, κι εκεί έμαθε την τέχνη της κιθάρας, αλλά εδώ δύσκολα έβρισκε αναγνωρισιμότητα. Είχε ένα άλλον αέρα αποκτήσει όταν γύρισε στην Ελλάδα και στη Θεσσαλονίκη το 1967. Δεν μπορούσε αυτό να το διαχειριστεί και μάλλον αυτόν το έκανε πρεζάκι. Τον επί σειρά ετών εθισμό του τον φανέρωσε στη ταινία του Δημήτρη Αθυρίδη "T 4 Trouble and the Self Admiration Society, Τhe life and music of Terry Papadinas" (2009) το βιωματικό sountrack της οποίας κυκλοφόρησε σε cd (από την Polytropon). Τότε έκανε ένα come - back στην μουσική με μια συναυλία στο "Gagarin 205", όπου του έδωσε βήμα να παρουσιάσει όλο αυτό το πρότζεκτ του ο Νικόλας Τριανταφυλλίδης που συμπτωματικά έφυγε αυτές τις μέρες επίσης χτυπημένος από τον καρκίνο. Όπως και ο Θοδωρής (Terry) που προβλήθηκε στον πνεύμονα αρχικά και μετά έκανε μεταστάσεις. "Σβήνει μέρα με τη μέρα", με πληροφόρησε ο ντράμερ Κυριάκος Δαρίβας που έσπευσε να τον δει στο Αττικό Νοσοκομείο, μόλις μπήκε και μέσα σε λίγες μέρες έσβησε..
Ο Θοδωρής Παπαντίνας (γεννημένος το 1951) πέρασε από πολλά σχήματα, αλλά αυτό που τον χαρακτήρισε ήταν οι Bicycle με τους οποίους έβγαλε ένα δίσκο στις αρχές των 80ς. "Μου αρέσει πολύ ο δίσκος σου", του είπα όταν μιλήσαμε για κάμποση ώρα όταν θα κατέβαινε στην Αθήνα για την συναυλία του στο "Gagarin", "Αλήθεια ; Σου άρεσε ;", μου απάντησε. Τελικά δεν έμελλε να βρεθούμε ποτέ στην Αθήνα, όπως είχαμε πει τηλεφωνικά. Απόκοσμος, απέφευγε τις συνεντεύξεις, μάλλον δεν τον ενδιέφεραν. Του είπα απ' την αρχή ότι ήμουν "παιδί" του Τάσου Ψαλτάκη, του Σαλονικού που έβγαζε το "Μουσικό Εξπρές" και ήταν μουσικός δημοσιογράφος και ο μάνατζερ των Fratelli, στα 60ς, του πρώτου γκρουπ που ήταν μέλος ο Θ. Παπαντίνας, και στο οποίο έπαιζε μπασίστας ο Στέλιος Φωτιάδης (αργότερα Νοστράδαμος). Ο Ψαλτάκης είχε γράψει τότε ότι οι "MGC και οι Fratelli είχαν αλλάξει το μουσικό στυλ της εποχής στην Ελλάδα".
Ακολούθησαν οι θρυλικοί Μακεδονομάχοι αρχές 70ς για τον Τέρρυ, απ' όπου πέρασε σαν τραγουδιστής ο Νίκος Παπάζογλου. Η συνέχεια γράφεται στην Αθήνα για τον Τέρρυ, που γίνεται μέλος του γκρουπ Εταιρεία Καλλιτεχνών που ίδρυσε ο ΠΑΥΛΟΣ ΣΙΔΗΡΟΠΟΥΛΟΣ με δυναμική live παρουσία στα τέλη των 70ς, αλλά όχι δισκογραφική. Στη συνέχεια, αρχές 80ς, ο Παπαντίνας σχηματίζει τους Bicycle που άφησαν πίσω τους ένα εξαιρετικό δίσκο (1981), με συνθέσεις του ίδιου σε ένα κλίμα rock-new wave της εποχής, ηχογραφημένος στο στούντιο "Αγροτικόν" του Νίκου Παπάζογλου, στη Θεσσαλονίκη. Μέλος του γκρουπ ήταν και ο Γιώργος Πεντζίκης. Ο δίσκος δεν έτυχε και πολύ καλής αποδοχής από τους κριτικούς της εποχής και ο Τέρρυ απογοητευμένος εξαφανίζεται για καμιά 15 χρόνια ώσπου φτιάχνει τους Τ 4 Trouble και οι ηχογραφήσεις τους ακούστηκαν χρόνια μετά στο σάουντρακ της ταινίας του, σοκαριστικής για πολλούς, όπου περιγράφει την καθημερινότητα του που περιέχει πολλές φορές και τη χαρμάνα. Αυτός ήταν εν ολίγοις ο Θοδωρής (Terry) Παπαντίνας που έφυγε σήμερα από τη ζωή μάλλον όχι ευχαριστημένος και σίγουρα μόνος...

Τετάρτη 8 Ιουνίου 2016

Η PJ Harvey στο Release Athens 2016 - Ρεπορτάζ του Γιάννη Αλεξίου




















PJ HARVEY – RELEASE ATHENS. Πλατεία Νερού - Δέλτα Φαληρου 7.6.2016

Γράφει ο Γιάννης Αλεξίου 


Με 10 άτομα επί σκηνής, μαζί με εκείνη, έκανε την εμφάνισή της η Poly Jean Harvey στην σκηνή την 3η μέρα του Realease Athens 2016 στην σχεδόν γεμάτη Πλατεία Νερού στο Δέλτα Φαλήρου το βράδυ της Τετάρτης 7 Ιουνίου. Μπροστά ήταν οι δύο τυμπανιστές της και ένας τρίτος κρουστός που είχαν τον πρώτο ρόλο στον ήχο του πρώτου μισού της συναυλίας της όπου παρουσίασε το νέο δίσκο της  «The Hope Six Demolition Project», πέντε χρόνια μετά το «Let England Shake». Διαφορετική κι αυτή τη φορά, όπως αρέσκεται να είναι από δίσκο σε δίσκο. Την θυμάμαι σε κείνη την συγκλονιστική εμφάνισή της το 2000 στο υπαίθριο χώρο του Ολυμπιακού Σταδίου, στο μοναδικό Rockwave Festival που έγινε εκεί, πόσο διαφορετική ήταν με την κιθάρα και τα μαύρα δερμάτινά της όταν παρουσίαζε τον δίσκο της «Stories from the City, Stories from the Sea», που την έκανε ευρύτερα αγαπητή. Τόσο καλό δίσκο δεν επανέλαβε από τότε και ακουγόταν υποτονική στα καινούργια τραγούδια μακριά από τον experimental rock ήχο της που την καθιέρωσε. Για μια στιγμή φοβήθηκα ότι έχασε τη ροκιά της και πλέει σε άλλα μουσικά νερά πιο ρηχά.


Μαυροντημένη, ως συνήθως, με ένα κοντό φόρεμα που ανέμιζε και τις μαύρες αρβύλες της, σεμνή επί σκηνής, αδύνατη και μελαγχολική με τα τεράστια μαύρα φρύδια της και το γλυκό προσωπάκι της  στο κέντρο της φοβερού πραγματικά stage που είχε στηθεί θυμήθηκε την παλιά της τέχνη στο σαξόφωνο κι έπαιξε σε μερικά τραγούδια, ενώ πολλές φορές το κρατούσε και το κουνούσε γύρω από το κεφάλι της με χάρη ομορφαίνοντας την παρουσία της στην σκηνή. Σύμμαχός της, όπως και όλων που βρεθήκαμε εκεί, ήταν ο καιρός καθώς είχε βρέξει το μεσημέρι πολύ, αλλά ως δια μαγείας είχαν εξαφανιστεί τα πυκνά σύννεφα κι ένα δροσερό αεράκι έκανε απολαυστική την καλοκαιρινή αυτή βραδιά.
Το σκηνικό άλλαξε και το κοινό ζεστάθηκε όταν άρχισε να παίζει τα παλιότερα τραγούδια της με τον κιθαρίστα και στενό συνεργάτη της John Parish να είναι δίπλα της στην σκηνή σε πιο ενεργό ρόλο. Η συναυλία της 47χρονης (στις 9 Οκτωβρίου τα κλείνει) PJ Harvey έκλεισε με το «Down By The Water» από τον τρίτο δίσκο της «To Bring You My Love» (1995) με την συμμετοχή του κόσμου μετά την 80λεπτη παρουσία της στην σκηνή. Στο encore έπαιξε τρία κομμάτια ακόμη κλείνοντας με το «A Perfect Day Elise» από τον πολύ καλό δίσκο της «Is This Desire» (1998), ευχαριστώντας θερμά το κοινό.


Στο πολύ καλά οργανωμένο Release Athens τηρήθηκε η ώρα άφιξης των 5 συγκροτημάτων στην σκηνή και η PJ Harvey βγήκε κανονικά στην ώρα της, στις 10.35 !   Νωρίτερα οι πολύ καλοί νέο – ψυχεδελικοί Brian Jonestown Massacre από το Σικάγο με εδώ 26 χρόνια ιστορία και 14 άλμπουμ στη δισκογραφία τους εμφανίστηκαν με 7 άτομα επί σκηνής και frontman πάντα την ψυχή της μπάντας τον Anton Newcombe έδειξαν την αξία τους με ένα πολύ καλό live. Όμως το βίντεό τους ήταν κατώτερο της περίστασης και δεν έδωσε την πραγματικά psych διάσταση της μπάντας.